Έφτασε και φέτος η πιο ωραία Δευτέρα του χρόνου, αυτή που το τραπέζι μας μυρίζει θάλασσα, αυτή που συνήθως σηματοδοτεί το πέρασμα στις πρώτες μέρες της άνοιξης, που γίνεται δειλά-δειλά, με νηστίσιμες λιχουδιές, ζεστή λαγάνα στο χέρι και τσουγκρίσματα με ουζάκι και τσίπουρο

Τι είναι τελικά η Καθαρά Δευτέρα; 

Η Καθαρά Δευτέρα είναι στην ουσία το τέλος της Αποκριάς και σηματοδοτεί την έναρξη της Μεγάλης Σαρακοστής. Με βάση τη θρησκεία και την παράδοση, ακολουθείται νηστεία σαράντα ημερών, μία περίοδος προετοιμασίας και κάθαρσης  τόσο του οργανισμού, όσο και της ψυχής για τους πιστούς, πριν τη μέρα της Ανάστασης.

Ξέρεις όμως γιατί τη λέμε «Καθαρά»; Όσον αφορά αυτό, έχουμε διαθέσιμες δύο εκδοχές: Η μια λέει πως ήταν μέρα πάστρας για τα σπίτια, αφού οι νοικοκυρές εκείνη τη μέρα κατέβαζαν όλα τα κατσαρολικά τους και τα έπλεναν με ζεστό νερό και αλισίβα για να τα καθαρίσουν από τα λίπη των αποκριάτικων μαγειρεμάτων μέχρι να αστράψουν. Στη συνέχεια έβαφαν λευκά και τα πεζοδρόμια τους, ασβεστώνοντάς τα. 

Η άλλη εκδοχή λέει πως την Καθαρά Δευτέρα «καθαρίζουν» στο τραπέζι ό,τι απόμεινε από τα μη νηστίσιμα φαγητά της Αποκριάς. 

Η κυρά - Σαρακοστή

Τη Σαρακοστή η λαϊκή μας παράδοση την απεικονίζει με μια ευλαβική γυναικεία μορφή που έχει τα χέρια της σταυρωμένα σε θέση προσευχής και κάτω από τη φούστα της ξεπροβάλουν 7 ποδάρια. Τη φιγούρα της την έφτιαχναν στην αρχή της νηστείας με τη ζύμη της λαγάνας και τη χρησιμοποιούσαν για να μετράνε το χρόνο που απομένει μέχρι το Πάσχα. Τα 7 πόδια της ήταν όσα και τα Σάββατα της Σαρακοστής και κάθε Σάββατο της έκοβαν από ένα. Το τελευταίο το έκοβαν το Μεγάλο Σάββατο.

Λαγάνα

Κυρά Σαρακοστή

Το πέταγμα του χαρταετού και τα Κούλουμα 

Κατά τον εορτασμό της Καθαράς Δευτέρας, οι άνθρωποι της πόλης συνηθίζουν να παίρνουν τα βουνά, τις παραλίες και κάθε είδους εξοχικό, για να γιορτάσουν με νηστίσιμα πικ νικ, χορό, τραγούδι και πέταγμα χαρταετών. 

Αυτό τον εορτασμό στη φύση συνηθίζουμε να τον λέμε «Κούλουμα». Η ετυμολογία της λέξης έχει λατινική (κολούμνα = κολώνα ή κούμουλους = σωρός, κορυφή) ή αλβανική προέλευση (κόλουμ = καθαρός).  

Όσο για το πέταγμα του χαρταετού, όσο και αν σου φαίνεται περίεργο, το έθιμο που έχουμε συνδεδεμένο με κάποιες από τις πιο ωραίες παιδικές μας αναμνήσεις έχει βαθιές ρίζες στην αρχαία Κίνα, ξεπερνώντας τα 2.400 χρόνια ζωής. Οι πολιτισμοί αυτοί συνήθιζαν να πετούν χαρταετό σε θρησκευτικές εκδηλώσεις και σε τελετουργίες, προκειμένου να εξορκίσουν το κακό. Οι χαρταετοί μάλιστα κατασκευάζονταν από μετάξι και μπαμπού και είχαν τη μορφή δράκου. 

«Ταξίδεψαν» και σε άλλα μέρη του κόσμου, άλλαξαν μορφές, ανακαλύφθηκαν και από τους Ευρωπαίους και τελικά έφτασαν και στην Ελλάδα, με το πέταγμα του χαρταετού να συμβολίζει το ανθρώπινο πνεύμα, του οποίου η  θέση είναι στον ουρανό και με αυτόν τον τρόπο, όσο πιο ψηλά πηγαίνει, έρχεται πιο κοντά στον Θεό. 


Το γαϊτανάκι 

Μετά το πέταγμα του χαρταετού, ένα ακόμη έθιμο που συνηθίζεται στα περισσότερα μέρη της Ελλάδας είναι το γαϊτανάκι, ο χαρακτηριστικός κυκλικός χορός με τις χρωματιστές κορδέλες, που αποτελεί παράδοση αιώνων, Ξεκίνησε από την ελληνική επαρχία και συμβολίζει το πνεύμα της ένωσης, της ομόνοιας, της αγάπης και της συναδέλφωσης, ενώ γίνεται σε κύκλο για να συμβολίσει τον κύκλο της ζωής και το πέρασμα από τη λύπη στη χαρά και το αντίστροφο. 

Χαλβάς του μπακάλη

Σαρμαδάκια

Εδέσματα και όσα πρωταγωνιστούν στο τραπέζι 

Μεγάλη πρωταγωνίστρια του ελληνικού τραπεζιού την Καθαρά Δευτέρα δεν είναι άλλη από τη λαγάνα, το ψωμί που φτιάχνεται παραδοσιακά με αλεύρι και νερό, χωρίς προζύμι, είναι πλακουτσωτό και με μπόλικο σουσάμι, σε οβάλ σχήμα. Ιστορικά λέγεται πως ξεκίνησε να φτιάχνεται από τους Ισραηλίτες κάτω από τις οδηγίες του Μωυσή τη νύχτα που ηγήθηκε της Έξοδου τους από την Αίγυπτο. 

Η ιστορία της λαγάνας βέβαια πάει ακόμη πιο πίσω και διατρέχει όλη τη διατροφική παράδοση από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Η πρώιμη ονομασία της ήταν «λάγανον». Όσο για την πρώτη γραπτή αναφορά του ονόματός της, τη συναντάμε στα κείμενα του Αριστοφάνη και πιο συγκεκριμένα στις «Εκκλησιάζουσες» όπου αναφέρει τη φράση: «Λαγάνα πέττεται» δηλαδή «λαγάνες γίνονται».

Γίγαντες λαδορίγανη

Από εκεί και πέρα, το σαρακοστιανό τραπέζι απαρτίζεται από κάθε λογής νηστίσιμο μεζέ, με επίκεντρο τα θαλασσινά. Τηγανητά καλαμαράκια, χταπόδι και σουπιές, γαριδομακαρονάδες, μύδια, και βέβαια, ντολμαδάκια γιαλαντζί, ελιές, τουρσιά κάθε είδους, όσπρια και κυρίως γίγαντες και φάβα και άφθονη ταραμοσαλάτα για βουτιές με τη λαγάνα. 

Όλα πάνε παρέα με τα ελληνικά, πατροπαράδοτα αποστάγματα ούζο και τσίπουρο, που είναι ιδανικά για να συνοδεύσουν τα εδέσματα στο πλούσιο τραπέζι που απαιτούν τα Κούλουμα. Στο τέλος συνήθως τη θέση του παίρνει στο τραπέζι ο χαλβάς, είτε από ταχίνι είτε σιμιγδαλένιος.