Συναντηθήκαμε ένα μεσημέρι στο Athénée της Βουκουρεστίου γιατί είναι ένα από τα αγαπημένα μέρη του Δημήτρη στο κέντρο. Και γιατί ο ίδιος είναι ένας από τους guest pastry chefs των κυριακάτικων brunch του που έχουν ξεκινήσει από τα μέσα Οκτώβρη. Νιώθω λίγες τύψεις που η συνάντησή μας συμπίπτει με τη μέρα των γενεθλίων του, αλλά και πολύ τυχερή που θα έχω την τιμή και τη χαρά να του ευχηθώ από κοντά, αλλά και να δοκιμάσω τα γλυκά του. Φυσικά και δεν ήρθε με άδεια χέρια στο ραντεβού μας, ούτε κι εγώ χωρίς σημειώσεις.

Προσπαθώντας να προετοιμάσω την κουβέντα μας, μπήκα στο site του κι έμεινα κατάπληκτη από το πόσα πράγματα κάνει πλέον με τη βοήθεια μιας ομάδας άξιων ανθρώπων που τον πλαισιώνουν. Εκπαιδεύσεις, workshops, συμβουλευτική επιχειρήσεων που περιλαμβάνει από σχεδιασμό χώρων ζαχαροπλαστικής και δημιουργία tailor made μενού, μέχρι εύρεση και εκπαίδευση προσωπικού, γλυκά για events και private dinners, αλλά και υπηρεσίες marketing και digital marketing γύρω από το γλυκό πάντα. Μα πώς τα προλαβαίνει όλα, αναρωτιέμαι και δίνω μόνη μου την απάντηση.    

Ο ταλαντούχος και χαμηλών τόνων Δημήτρης Χρονόπουλος, αν και έχει ξεχωρίσει και βραβευτεί πολλές φορές για την τέχνη του, έχει συνεργαστεί με όλα σχεδόν τα ελληνικά εστιατόρια που έχουν διακριθεί με αστέρι Μισελέν, έχει διδάξει κι επιμορφώσει στρατιές ζαχαροπλαστών, ποτέ δεν επαναπαύτηκε στις δάφνες του. Παραμένει το ίδιο εργατικός, μεθοδικός και συνεπής με το 16χρονο αγόρι που πριν 30 χρόνια περνούσε δειλά δειλά το κατώφλι της σχολής τουριστικών επαγγελμάτων για να ανακαλύψει με δέος το μαγικό κόσμο της ζάχαρης, και στη συνέχεια να τον κατακτήσει και να γίνει αυτός που όλοι πια γνωρίζουμε σήμερα. Πράγματι, ο Δημήτρης Χρονόπουλος και γητευτής της σοκολάτας είναι ένας από τους σημαντικότερους σύχρονους Έλληνες ζαχαροπλάστες, ο οποίος ανέβηκε τα σκαλιά της επιτυχίας ένα-ένα, αργά, σταθερά και με ενθουσιασμό μικρού παιδιού. Από την κορυφή που έχει φτάσει σήμερα, ξέρει τι προλαβαίνει πια και τι όχι.

Η μέρα του ξεκινά... 

Χρονόπουλος

Στις 6.00-6.30 το πρωί πίσω από ένα γραφείο, ένα πάγκο εργαστηρίου, μια κουζίνα, το πάρκινγκ του αεροδρομίου ή μέσα σε ένα αεροπλάνο και τελειώνει όταν τελειώνουν οι απαιτήσεις της δουλειάς του - μπορεί και στις 12 τα μεσάνυχτα δηλαδή, κάτι που το έχει βρει με τον εαυτό του και είναι καλά.

Η βασική ενασχόλησή του εδώ και 20 χρόνια τώρα είναι η Deals, ως τεχνικός σύμβουλος της κορυφαίας γαλλικής εταιρείας σοκολάτας Valrhona. Τεχνικός σύμβουλος πρακτικά σημαίνει ότι είναι ένα από τους δεκατέσσερεις εκπαιδευτές της μαμάς εταιρείας ανά τον κόσμο που καλούνται να πηγαίνουν όπου τους καλεί το καθήκον. Σε ζαχαροπλαστεία, σε εκπαιδεύσεις και παρουσιάσεις εντός κι εκτός της χώρας τους. Το κομμάτι που αναλογεί στον Δημήτρη εκτός της Ελλάδας αφορά κυρίως στην Ανατολική Ευρώπη, στις Βαλτικές Χώρες, τα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή. Πρόσφατα έχει βάλει πόδι και στην Ασία, κάνοντας αρχή από την Ινδία. Στην Ελλάδα μοιράζεται τη δουλειά με τον Δημήτρη Πιακουλάκη και τον Αλέξανδρο Αλεξίου.     

Από εκεί και πέρα, στον ετήσιο προγραμματισμό του, προστίθεται η δική του συμβουλευτική και οτιδήποτε έχει σχέση με το γλυκό που αφορά από εστιατόρια και ξενοδοχεία έως prive εκδηλώσεις.

Πώς μπήκε στη ζωή του η ζαχαροπλαστική; 

Τυχαία, από κάποιο... παράδρομο κι ύστερα από παρότρυνση των γονιών του οι οποίοι έκαναν μια απλή σκέψη. Αφού ο Δημήτρης είναι άριστος στις ξένες γλώσσες σε αντίθεση με τα μαθήματα του σχολείου που δεν τα αγαπά καθόλου, ας ασχοληθεί με την εστίαση και τον τουρισμό. Το φαγητό θα είναι πάντα επίκαιρο κι ο κόσμος θα τρώει. Είπε να δοκιμάσει και έτσι γράφτηκε στη σχολή Τουριστικών επαγγελμάτων, αν και στα 16 του ούτε καριέρες ονειρευόταν, ούτε είχε κανένα καημό με τα γλυκά. Στην πορεία κατάλαβε πόσο σημαντικό είναι να αποδεχόμαστε τον εαυτό μας όπως είναι, να εκμεταλλευόμαστε τα δυνατά μας σημεία και να προχωράμε με αυτό που είμαστε καλά. Να πηγαίνουμε όπου μπορούμε να είμαστε πραγματικά καλοί και χρήσιμοι και το πιο σημαντικό; Εκεί που είμαστε χαρούμενοι!

Πώς εξελίχθηκε;

Τελειώνοντας τη σχολή έπιασε δουλειά στον Αναγνώστου, σε ένα καλό συνοικιακό αρτο-ζαχαροπλαστείο όπου κι έμεινε 5 ολόκληρα χρόνια, μαθαίνοντας πολλά για τη δουλειά του αλλά και τον ίδιο. Ήταν υπάκουος, εργατικός και είχε αυτό που λέμε βλέψεις. Οι αρχικές του δεν ήταν πώς θα κάνει καριέρα, αλλά πώς να βγάλει ασπροπρόσωπους τους ανθρώπους που τον εμπιστευόντουσαν. Να είναι παραγωγικός και χρήσιμος στη δουλειά του. Αυτό του έδινε την ώθηση να προσπαθεί περισσότερο.

Από εκεί γνώρισε τον Ζυλ Δεληγιάννη και παράλληλα με τη δουλειά του έγινε μαθητής του για 3 ολόκληρα χρόνια στη σχολή της Εκάλης (GILLES SIMON DELIGIANNIS). 

Μέχρι σήμερα θεωρεί τον εαυτό του πολύ τυχερό γιατί σε μια από τις πιο κρίσιμες στιγμές της ζωής του βρέθηκε δίπλα στους κατάλληλους ανθρώπους για να δει και μια άλλη, παράπλευρη πτυχή της γαστρονομίας, όχι μόνο της ζαχαροπλαστικής. Μετά ήρθε το La Cigale, το ΠΟΡΤΟ ΕΛΟΥΝΤΑ MARE στην Κρήτη, τη Σπονδή. Όλα αυτά τα χρόνια ποτέ δεν σταμάτησε να διαβάζει και να επιμορφώνεται με συνεχή σεμινάρια στην Ecole Du Grand Chocolat Valrhona. 

Το γλυκό του ζαχαροπλαστείου και το γλυκό του εστιατορίου

Χρονόπουλος

Στη Σπονδή πήγε κατόπιν σύστασης της κυρίας Boustany της Deals και του Sommelier Γιώργου Λούκα. Η Σπονδή ήταν η πρώτη σοβαρή ανταμοιβή που λάμβανε για τη σκληρή μέχρι τότε δουλειά του. Ήταν η πρώτη φορά που βρισκόταν αντιμέτωπος με το εστιατορικό γλυκό γι’ αυτό και σήκωσε τα μανίκια ακόμη πιο ψηλά. Τότε, η Σπονδή δεν ήταν απλώς το καλύτερο εστιατόριο της Ελλάδας, αλλά κι ένα από τα καλύτερα του κόσμου. Δεν διεκδίκησε παχυλούς μισθούς, δεν διαπραγματεύτηκε, μόνο έδωσε πόνο και δούλεψε ακόμη πιο σκληρά νιώθοντας πως ξεκινά από το μηδέν, σαν να μην γνώριζε τίποτα. Και τα κατάφερε περίφημα. Μετά ήρθαν οι διακρίσεις, το Vardis, το Βαρούλκο και από το 2007 βρίσκεται σταθερά στη Deals.

Δεν θέλησε ποτέ να έχει δικό του ζαχαροπλαστείο;

Εκεί γύρω στο 2010 ήταν έτοιμος να ανοίξει το δικό του ζαχαροπλαστείο. Όμως φεύγοντας από τα εργαστήρια των συναδέλφων του ζαχαροπλαστών μετά την εκπαίδευση μαζί τους, ένιωθε τόσο γεμάτος και ευτυχισμένος που γρήγορα τα σχέδια για δικό του ζαχαροπλαστείο κλειδώθηκαν στο χρονοντούλαπο. Το κομμάτι της εκπαίδευσης τον συνεπήρε εντελώς και τον οδήγησε σε δρόμους που μέχρι τότε δεν είχε καν φανταστεί. Ό,τι κάνει σήμερα, είναι απόρροια της επιλογής του να συνεχίζει στο δρόμο που διάλεξε, αυτόν της εκπαίδευσης.  

Πώς είναι να εκπαιδεύεις ανθρώπους με μεγαλύτερη προϋπηρεσία από σένα;

«Στην αρχή ήταν τρομακτικό», μου εκμυστηρεύεται. «Έτρεμα, φοβόμουν! Έμπαινα κάπου που ο άλλος είχε χρόνια προϋπηρεσίας στον πάγκο. Γιατί αυτό που σχεδιάζεις στο χαρτί σαν θεωρία με αυτό που βγαίνει στον πάγκο έχει απόσταση. Όμως τελικά όλα πήγαν καλά. Το δούλεψα πολύ σοβαρά και δεν το είδα ποτέ επιφανειακά σαν μια ευκαιρία για να κάνω καριέρα. Στην αρχή νόμιζα ότι από τις 50 πληροφορίες που έδινα, μόνο οι 5 τους ήταν χρήσιμες και αγχωνόμουν. Σήμερα και 2 νέες πληροφορίες να δώσω ξέρω πως είναι 2 χρήσιμες πληροφορίες».

Τι του έχει μείνει περισσότερο από αυτές τις εκπαιδεύσεις;

Χρονόπουλος

Χρονόπουλος

«Από το 2010 που ξεκίνησα να βγαίνω προς τα έξω έχω κάνει εκπαιδεύσεις στο Laduree, στο Fauchon, στο Lenotre, σε επίσημα μαγαζιά αυτών των τεράστιων brand. Όταν από τη Valrhona μου έλεγαν πως θα πας εκεί κι εκεί, έλεγα αυτό δεν γίνεται. Πόσο ξεφτίλα μπορώ να γίνω; Κι όταν μπαίνεις σε αυτούς τους χώρους και τους λες 10 πράγματα που από αυτά έχουν 3-4 που τους είναι χρήσιμα, σε αποδέχονται και σου λένε ευχαριστώ. Και τότε λες εντάξει, τουλάχιστον είμαι στη σωστή κατεύθυνση. Κι αυτό ξέρω πως προέρχεται από τη σωστή επαγγελματική παιδεία που πήρα την οποία οφείλω σε 4-5 βασικούς ανθρώπους», λέει. 

Ποιοί είναι;

«Τους αναφέρω συνέχεια στις συνεντεύξεις μου ακόμη κι αν με μαλώνει η βοηθός μου η Αλέκα, αλλά εγώ κι ενενήντα χρονών να φτάσω, γι’ αυτούς θα μιλάω πάντα γιατί τους σέβομαι. Ο Τάσος Ζησόπουλος και ο Κώστας Παπαναστασίου οι δάσκαλοί μου στη σχολή της Αναβύσσου είναι οι δύο πρώτοι. Δεν είναι σήμερα στη ζωή όμως είναι αυτοί που μας έδωσαν το πάθος και τη σπιρτάδα για τη ζαχαροπλαστική. Αν σου δείξω το τετράδιο των σημειώσεων και τις συνταγές που μας έδιναν αυτοί οι άνθρωποι, γιατί τότε δεν υπήρχε η επίσημη ύλη από το Υπουργείο και ήμασταν οι πρώτοι ζαχαροπλάστες που βγήκαμε επίσημα στην Ελλάδα, θα μείνεις άφωνη. Μπορεί από τους 20 μαθητές να γίναμε ζαχαροπλάστες οι 10 ή οι 12, όμως είμαστε όλοι στο χώρο ακόμα. Τρίτος είναι ο Χρήστος Αναγνώστου, ο πρώτος μου εργοδότης, ένας βαθιά ευγενής άνθρωπος με πάθος και όραμα, ο ίδιος που με έφερε σε επαφή με το Ζυλ Δεληγιάννη τον μέντορά μου και τέταρτο σημαντικό άνθρωπο της επαγγελματικής μου ζωής. Σκέψου, τι σημαίνει για ένα συνοικιακό μαγαζάκι να καλεί τον κορυφαίο και πιο ακριβοπληρωμένο ζαχαροπλάστη να εκπαιδεύσει τους συνεργάτες του. Και φυσικά η κυρία Βάσω Βοustany γιατί πίστεψε σε εμένα πριν καλά καλά πιστέψω εγώ στον εαυτό μου».

Και οι ήρωές του;

«Δεν ξέρω αν έχω. Θα μιλήσω για το επαγγελματικό κομμάτι. Είμαστε εδώ. Ή σε μια έκθεση ζαχαροπλαστικής. Ή μπαίνουμε σε ένα πολύ γνωστό ζαχαροπλαστείο. Έχω βρεθεί και με τον Pierre Hermes κι άλλα πολύ γνωστά ονόματα από το χώρο της ζαχαροπλαστικής παγκοσμίως. Κατ΄αρχήν ντρέπομαι να τους ζητήσω να φωτογραφηθούμε μαζί. Κι ενώ τους θαυμάζω, τους ακολουθώ, παραδειγματίζομαι από αυτά που κάνουν, κοιτώντας πώς κινούνται, πώς εκφράζονται και πώς χρησιμοποιούν τα χέρια τους, ενώ είναι ήρωες της τέχνης που εξασκώ, δικοί μου ήρωες είναι οι γονείς μου. Δηλαδή αυτοί οι άνθρωποι που δεν τέλειωσαν καν το δημοτικό όμως κατάφεραν να κατευθύνουν επαγγελματικά τα τρία τους παιδιά, εμένα, τον Πέτρο και τη Τζιοβάνα, να κάνουμε τη δουλειά που έπρεπε, που μας αρέσει, που δεν μας έκανε ποτέ να δυσανασχετήσουμε κι ούτε χρειάστηκε να αλλάξουμε ποτέ. Αυτοί απλώς μας πρότειναν το επάγγελμα που πίστευαν πως θα μας ταίριαζε και θα μας έκανε χαρούμενους».  

Έχει διδάξει επίσης σε σχολή μαγειρικής και ερασιτέχνες 

«Πράγματι, μεταξύ άλλων ήμουν και καθηγητής στη Le Monde για πέντε χρόνια - κι αν βρω χρόνο θα το ξανακάνω όμως για την ώρα δεν χωρά στο πρόγραμμά του. Επίσης για 2 χρόνια έκανα σεμινάρια σε ερασιτέχνες ζαχαροπλάστες».

Τι θα συμβούλευες ένα νέο παιδί που προσπαθεί να κάνει καριέρα στη ζαχαροπλαστική;

«Συχνά βλέπουμε πολύ κόσμο και μεταξύ αυτών και καποια παιδιά να βρίσκονται εδώ και να σκέφτονται πώς θα πάνε αυτόματα εκεί, τρία χιλιόμετρα παραπέρα. Αντί να κοιτάνε πώς θα κάνουνε σωστά το κάθε εκατοστό του μέτρου κι όχι πώς θα διανύσουν με τη μία αυτά τα τρία χιλιόμετρα που κανονικά θα ήθελαν τρία χρόνια να διανυθούν».

Ποια γλυκα προτιμά ο ίδιος;

Στην ταβέρνα θα παράγγελνε ένα εκμέκ αν υπήρχε στον κατάλογο. Από το ζαχαροπλαστείο θα έπαιρνε γαλακτομπούρεκο, κατά προτίμηση ζεστό ή ένα ωραίο μιλφέιγ. Το Saint Honere είναι το αγαπημένο του γαλλικό γλυκό γιατί συνδυάζει την τραγανή σφολιάτα με τα σου, την κρέμα και την καραμέλα. Και μια μπάρα καλής σοκολάτας που είναι ό,τι καλύτερο. Όταν μπήκε στην οικογένεια της Valrhona, που νιώθει πραγματικά σαν προέκταση της φυσικής μου οικογένειας, δεν έτρωγε σοκολάτα. Μάλιστα, θυμάται πως κάποτε σχεδίασε τα γλυκά για το εστιατόριο ενός φίλου του και είχε ξεχάσει να βάλει στον κατάλογο κάτι με σοκολάτα. Σήμερα τη λατρεύει και θεωρεί πως η μαγεία της γεύσης που σου αφήνει λιώνοντας στο στόμα και η επίγευσή της δεν συγκρίνονται με τίποτα!

Το καλύτερο γλυκό που έχει δοκιμάσει;

«Δεν υπάρχει αντικειμενικότητα στη γεύση. Αυτό που είναι για μένα καλό δεν είναι για κάποιον άλλο».

Τα plantbased γλυκά είναι μόδα; 

«Ναι, είναι η καινούρια τάση. Γλυκά από πρώτες ύλες μη ζωϊκές, γλυκά χωρίς γλουτένη, χωρίς ζάχαρη, χωρίς λακτόζη. Γιατί υπάρχει κόσμος που δεν μπορεί να καταναλώσει γλυκά από τις παραδοσιακές πρώτες ύλες».

Δηλαδή πώς φτιάχνει κανείς μαρέγκα χωρίς αυγό;

«Υπάρχει τρόπος να επεξεργαστείς ένα φυτό και να πάρεις την πρώτη ύλη που χρειάζεσαι. Εμείς για παράδειγμα επεξεργαζόμαστε το ρεβίθι, παίρνουμε ένα ζωμό και στη συνέχεια τον κάνουμε μαρέγκα. Οι ζαχαροπλάστες έχουμε πλέον πρόσβαση σε προϊόντα που παλιά ήταν διαθέσιμα μόνο στη βιομηχανία. Είναι πολύ καλά, γευστικά κάτι πολύ σημαντικό, είτε πρόκειται για plant based είτε gluten free, χίλια δυο από αυτά τα free. Υπάρχει πλέον πρόσβαση και η τεχνογνωσία να διαχειριστούμε πρώτη ύλη που να δίνει γλυκά πεντανόστιμα και υγιεινά. Απλά όλο αυτό μέχρι να φτάσει σε εμάς έχει 4 και 5 φορές πάνω το κόστος, με αποτέλεσμα τα γλυκά που παράγονται να είναι 4 και 5 φορές πιο ακριβά».  

Του αρέσουν τα ρετρό γλυκά;

Χρονόπουλος

«Τρελαίνομαι! Έχοντας ωριμάσει ο τρόπος που σκέφτομαι και λειτουργώ, τα ρετρό γλυκά είναι και σεβασμός στην παράδοσή μας. Στο dna μας. Εγώ τα φτιάχνω συχνά, ενημερώνομαι γιατί δυστυχώς δεν υπάρχουν πια μάστορες να μας δείξουν πώς γίνονται πολλά από αυτά ώστε να εκπαιδευτούμε και να τα κάνουμε σωστά, ακόμη κι αν ξέρω και μου βγαίνει καλό ή εξαιρετικό ένα τέτοιο γλυκό συνεχίζω να το ψάχνω κι αν βρεθώ με κάποιο παλιό μάστορα θα τον ρωτήσω πώς γίνεται, μήπως κάτι μου ξεφεύγει ή μήπως υπάρχει μια άλλη πιθανή βερσιόν. 

Τα τρία τελευταία χρόνια όχι μόνο τα φτιάχνω αλλά τα παραλλάσω λίγο και τα ξεναφτιάχνω σε μια πιο μοντέρνα εκδοχή. Αυτή η ιδέα μου ήρθε από το Yann Duytsche ένα μεγάλο γάλλο ζαχαροπλάστη που έχει δικά του ζαχαροπλαστεία στη Βαρκελώνη τα Dolcs και γνώρισα μέσω της Valrhona. Πριν χρόνια είχε φτιάξει ένα δικό του παντεσπάνι με βάση το δικό μας ραβανί, στο οποίο έδωσε το όνομα Vaso λόγω της κυρίας Boustany. Παίρνω λοιπόν παραδοσιακά γλυκά και προσπαθώ να τα κάνω μοντέρνα. Όχι αποδομημένα. Έχω λοιπόν ραβανί, πορτοκαλόπιτα, ετοιμάζω το σάμαλι, αλλά χωρίς να τα πειράξω. Το τρως και λες τώρα τρώω πορτοκαλόπιτα με.. ραβανί με...». 

Που αναζητά την έμπνευση;

«Παντού! Εδώ που καθόμαστε, από τα ταξίδια μου, από την παράδοση, από τη φύση».

Φτάνει το ταλέντο να γίνει κάποιος καλός ζαχαροπλάστης;

«Εξαρτάται τι θεωρεί κανείς καλός ζαχαροπλάστης. Το ταλέντο είναι μια καλή αφορμή. Καλός ζαχαροπλάστης μπορεί να είναι αυτός που έχει την τεχνική να φτιάχνει αριστουργήματα, αλλά είναι και αυτός που εμείς λέμε chef. Ο επικεφαλής. Για μένα αυτό είναι διαφορετικό κι επειδή τέτοιοι άνθρωποι είναι απειροελάχιστοι, τους έχω τεράστιο σεβασμό όταν τους εντοπίζω. Γιατί κάτι τέτοιο σημαίνει πως ξέρεις να διαχειριστείς τον κόσμο σου, ότι σέβεσαι δηλαδή τους ανθρώπους που συνεργάζεσαι μαζί τους, που σε βοηθούν, που είναι η ομάδα σου, αλλά σέβεσαι και τους πελάτες σου, τους ανθρώπους που σε ακολουθούν και σε επιλέγουν. 

Δεν κοροϊδεύεις, έχεις συνέπεια και γενικότερα μεταδίδεις ένα πνεύμα υγιές και δημιουργείς οικογένειες όπου βρίσκεσαι με ό,τι πρέπει να παρέχει ένας γονιός στα παιδιά του. Αυτό! Τουλάχιστον εγώ έτσι έχω μάθει. Ξέρεις, έχει να κάνει με ποιους μπλέκεις στη ζωή για να δεις μετά με ποιούς θα συνεχίσεις.Με το Zil Marshall, με το Yann Duytsche, με τον Frederic Bau, με τον Philippe Givre, με τον Arnaud Larher, τον Alain Chartier. Μιλάμε για βουνά της παγκόσμιας γαστρονομίας και είναι τέτοιοι άνθρωποι. Εγώ μεγάλωσα επαγγελματικά με τέτοιους ανθρώπους. Με τον Τραστέλλη, με το Λαζάρου. Να είναι καλά όλοι τους!»

Τι έχεις να πεις για την τάση της εξειδίκευσης που βλέπουμε σήμερα στα καινούρια μαγαζιά; 

«Συμφωνώ! Περάσαμε πολλά χρόνια κανιβαλισμού, που το λέγαμε μοντέρνο. Τι  εννοώ; Καφές, γλυκό, σάντουιτς, τυρόπιτα, γάλα, ψωμί, όλα κουλουβάχατα. Οι επιχειρήσεις τώρα δεν βγαίνουν οικονομικά. Όταν ο καφετζής κάνει μόνο καφέ κι ο ζαχαροπλάστης μόνο γλυκά, λίγα και καλά, όταν ο αρτοποιός επιστρέψει κι έχει μόνο τα ψωμιά και την τυροπιτούλα του, το γάλα, τα ωραία του σάντουιτς και τα κουλουράκια του για πρωινό, εκεί όλο θα γίνει πιο ωραίο και πιο μαγικό».

Πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος της ομάδας;

«Από τότε που ξεκίνησα σαν βοηθός μέχρι σήμερα που έχω αυτή τη θέση ή λίγο πιο πριν, δεν θα έκανα τίποτα αν δεν είχα μια καλή ομάδα δίπλα μου. Η δουλειά μας στις κουζίνες και γενικότερα η γαστρονομία είναι ομαδικό σπορ. Όπως οι ομάδες μπάσκετ και ποδοσφαίρου. Ο κάθε παίχτης έχει μια θέση και κάποιο ρόλο στην ομάδα. Άλλος κάνει άμυνα, άλλος επίθεση, άλλος πασάρει κι άλλος σουτάρει. Αν η ομάδα δεν λειτουργεί σωστά και δεν υποστηρίζει ο ένας τον άλλο, το τελικό αποτέλεσμα δεν είναι καλό.

Και κάτι τελευταίο, όλοι εσείς οι άνθρωποι των μέσων και της επικοινωνίας είστε κομμάτι του παζλ της γαστρονομίας και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο βοηθάτε να γίνει στον κόσμο πιο κατανοητό αυτό που κάνουμε εμείς.»

Θέλεις να μας αναφέρεις ονόματα που ξεχωρίζεις;

«Κλασικά η Βέφα Αλεξιάδου που δεν έτυχε ποτέ να γνωρίσω, ο Ηλίας Μαμαλάκης και ο Στέλιος Παρλιάρος. Ο κάθε ένας στον τομέα του μας άνοιξε από ένα δρόμο. Η Βέφα στην νοικοκυρά, ο Ηλίας έκανε την πρώτη σύνδεση του επαγγελματία με το ευρύ κοινό, στη μαγειρική κυρίως και ο Στέλιος άλλαξε την εντύπωση του κόσμου για το δικό μας επάγγελμα. Από τα μαγαζιά που δημιούργησε μέχρι τα βιβλία, τις εκπομπές, τις συνταγές του. Ο Στέλιος όταν ξεκίνησε έκανε ακαταλαβίστικα, για την εποχή του, πράγματα. Την εκπαίδευση του κόσμου στην κατανάλωση του σύγχρονου γλυκού την οφείλουμε σε εκείνον. Μετά τη σκυτάλη πήραν οι νεώτεροι, όπως ο Άκης Πετρετζίκης που κάνει εξαιρετική δουλειά σε παγκόσμιο επίπεδο. Πιστεύω πως αν δεν ήταν στην Ελλάδα αλλά στο Λονδίνο, το Τόκιο ή την Νέα Υόρκη η επιτυχία του θα ήταν δέκα φορές μεγαλύτερη». 

Αυτός είναι ο Δημήτρης Χρονόπουλος, ένας άοκνος εργάτης της ζάχαρης μια ψυχή γενναιόδωρη που προχωρά κάνοντας και μερικά βήματα πίσω, όταν χρειάζεται να θυμηθεί ή να αποδώσει σεβασμό σε κάποιους ανθρώπους που σημάδεψαν την πορεία του. Γιατί τελικά, μόνο έτσι πας μπροστά.