Στην καρδιά της Πάρου, εκεί όπου το φως αντανακλά στις ασβεστωμένες αυλές και ο αέρας κουβαλά το αλμυρό άρωμα του Αιγαίου, μια οικογένεια συνεχίζει αθόρυβα και αδιάλειπτα να χτίζει το όνομα του παριανού κρασιού στην Ελλάδα και τον κόσμο. 

Η οικογένεια Μωραΐτη αποτελείται από ανθρώπους που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν ανάμεσα στα κλήματα, με τη μυρωδιά του μούστου χαραγμένη στη μνήμη και στα ρούχα τους από παιδιά. Ο Μανώλης Μωραΐτης, ο πατέρας, ανέλαβε το τιμόνι του οινοποιείου μετά το θάνατο του πατέρα του. Με μεράκι, πείσμα και διορατικότητα, πέρασε από το χύμα κρασί της μαζικής οινοποιίας στην εμφιάλωση, διέσωσε την ποικιλία Μονεμβασιά της Πάρου και εκσυγχρόνισε το οινοποιείο για να σταθεί απέναντι στον ανταγωνισμό με αξιώσεις.

Δίπλα του οι γιοι του, Θοδωρής και Σάββας. Ο Θοδωρής, οινολόγος από επιλογή και όχι επιβολή, φέρνει την επιστημονική γνώση για την ποιότητα και την ανάδειξη της πρώτης ύλης. Ο Σάββας, με σπουδές στα οικονομικά και τη διοίκηση, κοιτά την αγορά με καθαρή ματιά, αναγνωρίζοντας τη σημασία της σωστής αποτίμησης της αξίας κάθε ετικέτας. Μαζί μιλούν για τη διαδοχή στην οικογενειακή επιχείρηση, για τις δυσκολίες της παραγωγής και της αγοράς, για τον ρόλο της παράδοσης, αλλά και για το μέλλον του ελληνικού κρασιού στις διεθνείς αγορές.

Οικογένεια Μωραϊτη

Η κουβέντα μαζί τους αποκαλύπτει την αγάπη τους για τον τόπο, την αγωνία τους για την αλλοίωση του νησιού από τον υπερτουρισμό, την πίστη τους στη δυναμική της Μονεμβασιάς και άλλων ντόπιων ποικιλιών, αλλά και τις μικρές χαρές της ζωής: το ψάρι ψημένο στα κάρβουνα με τη σωστή Μαλαγουζιά, το γουρουνόπουλο στο φούρνο με ροζέ, τη βόλτα στα στενά της Νάουσας, τη στιγμή που όλοι σωπαίνουν για να αφουγκραστούν το κρασί στο ποτήρι τους. Για την οικογένεια Μωραΐτη, το κρασί δεν είναι απλώς δουλειά. Είναι ο τρόπος τους να αφηγηθούν την ιστορία ενός τόπου, της Πάρου, και να τη μοιραστούν με τον κόσμο. Ας δούμε τι μας είπαν.

Μανώλη, γεννήθηκες σε μια οικογένεια ζυμωμένη με το κρασί. Πότε αποφάσισες ότι θέλεις να ασχοληθείς με αυτό;

Αποφάσισα να ασχοληθώ γύρω στο 1977, όταν πέθανε ο πατέρας μου και η επιχείρηση έμεινε χωρίς κατεύθυνση. Ένιωσα ότι έπρεπε να συνεχίσω την παράδοση. Ξεκίνησα με λίγα αμπέλια που είχαμε τότε. Εκείνη την εποχή κυριαρχούσε το χύμα κρασί - πουλούσαμε μεγάλες ποσότητες σε οινοποιίες όπως η Αχαΐα Κλάους, που έπαιρναν Βαφικό και Μαντηλαριά για να ενισχύσουν τα κρασιά τους στις εξαγωγές. Σύντομα κατάλαβα ότι αυτό δεν ήταν προσοδοφόρο και στραφήκαμε στην εμφιάλωση, καθώς τότε άρχιζε να αναπτύσσεται και ο τουρισμός στην Πάρο. Εκσυγχρονίσαμε το παλιό οινοποιείο με ανοξείδωτες δεξαμενές, μηχανήματα ψύξης και εμφιάλωσης και βγήκαμε στην αγορά πιο οργανωμένοι, όπως απαιτούσε ο ανταγωνισμός. Μετά ήρθαν και τα παιδιά μου, με περισσότερες γνώσεις, και μαζί με τη δική μου εμπειρία φτάσαμε στο σημείο που είμαστε σήμερα, με ένα σύγχρονο, πλήρως ανταγωνιστικό οινοποιείο.

Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες δυσκολίες στην επαγγελματική σου πορεία;

Κυρίως η προώθηση των προϊόντων και ο ανταγωνισμός. Πολύ σημαντικά εμπόδια ήταν τα κρατικά αντικίνητρα, η γραφειοκρατία και το συνεχώς μεταβαλλόμενο θεσμικό και φορολογικό πλαίσιο. Σε παραγωγικό επίπεδο έπρεπε να εκσυγχρονίσουμε τον αμπελώνα, να επιλέξουμε σωστά τις ντόπιες ποικιλίες, να οργανώσουμε γραμμικούς αμπελώνες για μείωση του κόστους. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει έντονος ανταγωνισμός τόσο από την εγχώρια όσο και από την εισαγόμενη παραγωγή. Επιπλέον, εξακολουθεί να υπάρχει έλλειψη διεθνούς ταυτότητας του ελληνικού αμπελώνα, κάτι που επηρεάζει την εικόνα του τοπικού κρασιού, ενώ ποιοτικά δεν υστερεί.

Επηρέασες τα παιδιά σου να ακολουθήσουν το επάγγελμά σου;

Είδα ότι το κάθε παιδί είχε φυσική κλίση. Ο Θοδωρής προς την οινολογία και ο Σάββας προς τα οικονομικά και τη διοίκηση. Έτσι έγινε η επιλογή αρμοδιοτήτων.

Υπάρχουν διαφωνίες ανάμεσά σας και ποιο ρόλο αναλαμβάνεις τότε;

Διαφωνίες υπάρχουν, λογικό είναι. Ο καθένας έχει τη γνώμη του. Συνήθως οι περισσότερες γνώμες υπερισχύουν ή γίνονται κάποιες διορθώσεις και αλλαγές όπου χρειάζεται.

Κρατάς, δηλαδή, τις ισορροπίες

Ναι, πάντα. Η εμπειρία λέει ότι ο καθένας είναι καλός σε κάποιο κομμάτι της δουλειάς μας. Κάποιος θα εντοπίσει ένα σφάλμα, άλλος θα διακρίνει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κρασιού. Κάθε γνώμη είναι σεβαστή και υπάρχει σύνθεση απόψεων.

Θοδωρή, για εσένα ήταν μονόδρομος η απόφαση να σπουδάσεις οινολόγος;

Σχεδόν. Ασχολούμασταν από μικροί με τον αδερφό μου, οπότε η επαφή υπήρχε πάντα. Έπρεπε να μάθουμε όλη τη διαδικασία παραγωγής. Σπούδασα οινολογία γιατί μου άρεσε πραγματικά - δεν θα ήθελα να κάνω κάτι άλλο.

Πόσο δύσκολη είναι η διαδοχή με την τρίτη γενιά στο τιμόνι της οινοποιίας Μωραΐτη;

Και δύσκολη και εύκολη. Υπάρχουν πράγματα που πρέπει να αλλάξουν, γιατί αλλάζουν οι εποχές. Το δύσκολο είναι να επιλέξεις σωστά τι θα αλλάξεις και τι θα κρατήσεις. Οι αλλαγές σήμερα είναι ταχύτατες σε όλα τα επίπεδα - παραγωγή, εμπορία, μάρκετινγκ. Αν δεν προσαρμοστείς γρήγορα, μένεις εκτός αγοράς. Αυτή είναι μια από τις μεγαλύτερες δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε.

Πώς εξελίχθηκε η υπόθεση της Μονεμβασιάς στην Πάρο;

Τότε υπήρχε μεγάλη σύγκρουση με τον συνεταιρισμό. Οι αμπελουργοί ήθελαν κοινή οινοποίηση, χωρίς να δίνουν σημασία στην επιλογή της πρώτης ύλης. Υπήρχαν έρευνες που αποδείκνυαν τη μοναδικότητα της ποικιλίας. Μεγάλη ήταν η συμβολή του Αντώνη Ποπολάνου, που συνεργαζόταν με τη Σταυρούλα Κουράκου και τον Γιάννη Μπουτάρη, τότε πρόεδρο του ΣΕΟ. Ο Ποπολάνος εκπόνησε μελέτη που απέδειξε τη δυναμική της μονοποικιλιακής παραγωγής και της δημιουργίας ΠΟΠ κρασιών. Αλλάξαμε πολλά τότε: εγκαταλείψαμε τις οξειδωμένες οινοποιήσεις, τον καθυστερημένο τρύγο του Σεπτεμβρίου, τις μεταφορές χύμα στα καρότσια που κατέστρεφαν τον καρπό. Βελτιώσαμε τον τρόπο παραλαβής της πρώτης ύλης. Αυτές οι αλλαγές ανέβασαν πολύ την ποιότητα.

Θοδωρή, ποιο είναι το πιο φιλόδοξο όνειρό σου;

Θέλουμε πολύ να αναβιώσουμε πλήρως τον παλιό μας αμπελώνα στα Θαψανά, που κρατάει ζωντανή την ιστορία της παριανής αμπελουργίας. Έχει ζωή πάνω από 100 χρόνια αλλά είναι σε δύσκολη περιοχή και θέλει πολλή δουλειά - να γεμίσουμε τα κενά, να φτιάξουμε τις αναβαθμίδες. Είναι όνειρο ζωής, μια άλλη οπτική για την Πάρο και την αμπελουργία της.

Ένας επισκέπτης σε έναν τόπο συνήθως θέλει να συνοδεύσει το φαγητό του με τοπικές ποικιλίες κρασιού, καθώς είναι μια ευκαιρία να τις γνωρίσει. Συμφωνείς;

Μανώλης: Δυστυχώς, πολλά εστιατόρια δεν έχουν τη γνώση να υποστηρίξουν και να προωθήσουν τα τοπικά προϊόντα. Να δείξουν ότι εκτός από τουρισμό, η Πάρος παράγει και κρασί. Σε άλλες περιοχές, όπως η Σαντορίνη ή η Κρήτη, κυκλοφορούν σχεδόν αποκλειστικά τα τοπικά τους κρασιά. Εδώ συμβαίνει το αντίθετο. Έχουν αλλάξει πολλά, ίσως έχει αλλάξει και το είδος της κουζίνας που προωθείται, καθώς δεν είναι πια τοπική, και οι λίστες κρασιών προσαρμόζονται ανάλογα.

Θοδωρής: Πράγματι, η γαστρονομία του νησιού έχει στραφεί σε μια διεθνή προσέγγιση εις βάρος της τοπικής. Αυτό θεωρώ ότι είναι λάθος, γιατί ο ξένος επισκέπτης, ανεξαρτήτως εισοδηματικού επιπέδου, αναζητά τοπικές εμπειρίες. Υπάρχουν πολλές αντιγραφές και λίγη πρωτοτυπία. Επίσης, πολλά εστιατόρια δεν φροντίζουν να εκπαιδεύσουν το προσωπικό τους στο θέμα του κρασιού.

Θοδωρή, όταν είσαι με παρέα σε εστιατόριο, πέφτει σε σένα η ευθύνη να διαλέξεις το κρασί. Η ιδιότητά σου λειτουργεί εις βάρος της απόλαυσης καμιά φορά;

Ναι, έτσι συμβαίνει. Όλοι στρέφονται σε μένα για την επιλογή. Δεν μου είναι πάντα ευχάριστο γιατί δεν μπορώ να ξέρω τι αρέσει σε όλους. Διαλέγω με βάση τις δικές μου προτιμήσεις, αλλά δεν γίνεται να καλύψω τους πάντες.

Ποιο είναι το αγαπημένο σου φαγητό και με ποιο κρασί το συνοδεύεις;

Μανώλης: Συνήθως ψάρια, συνοδευμένα με το λευκό Πάρος, 100% από την ποικιλία Μονεμβασιά. Έχει πλούσιο σώμα και επίγευση που αφήνει αρώματα, ταιριάζει υπέροχα με ψητό ψάρι.

Θοδωρής: Αυτό που δεν σου λέει ο πατέρας μου είναι ότι η ποικιλία Μονεμβασιά υπάρχει σήμερα χάρη στη δική του προσπάθεια και υπομονή.

Σάββα, πες μου πέντε κρασιά που έχεις στο ψυγείο σου για ώρα ανάγκης.

Πάντα έχω δική μας Μονεμβασιά και Θαψανά. Μου αρέσουν επίσης κρασιά από Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, από μικρά οινοποιεία και μικρή παραγωγή.

Οικογένεια Μωραϊτη

Σάββα, πιστεύεις ότι οι πολύ υψηλές τιμές που βλέπουμε καμιά φορά στον κόσμο του κρασιού αντικατοπτρίζουν την αξία του προϊόντος ή είναι δείγμα μιας κοινωνίας ευδαιμονίας;

Εξαρτάται. Αν μιλάμε για κρασιά όπως μια Βουργουνδία με εξαιρετική φήμη και μικρή παραγωγή, η τιμή είναι δυσπρόσιτη αλλά κατανοητή. Αν όμως μιλάμε για πρωτοεμφανιζόμενα κρασιά χωρίς background, τότε είναι αδικαιολόγητα ακριβά. Πρέπει να δούμε την ιστορία πίσω από κάθε ετικέτα: πώς παράγεται, ποιος το παράγει, ποια είναι η ζήτηση. Όλα αυτά διαμορφώνουν την τιμή.

Θοδωρή, θεωρείς ότι το ελληνικό κρασί είναι υπερτιμημένο; Ποια είναι η δική σου εκτίμηση για τη σχέση κόστους-απόδοσης;

Δεν νομίζω ότι είναι υπερτιμημένο, ειδικά αν λάβουμε υπόψη την ποιότητά του. Αυτό που του λείπει είναι η διεθνής ταυτότητα, το κατάλληλο μάρκετινγκ για να βρεθεί στα σημεία που πρέπει και στην αποτίμηση που του αξίζει.

Εσύ Σάββα, πιστεύεις ότι υπάρχει μέλλον για το ελληνικό κρασί στις ξένες αγορές;

Η εμπειρία των τελευταίων δεκαπέντε χρόνων δείχνει τη δυναμική του. Κάθε χρόνο ανεβαίνει σταθερά, έστω και με μικρά βήματα. Υπάρχει ενδιαφέρον για τις ελληνικές ποικιλίες, πολλοί τις βλέπουν σαν κάτι νέο και εξωτικό.

Τι επηρεάζει τις τάσεις κατανάλωσης διεθνώς όσον αφορά ποικιλίες και τύπους κρασιού;

Το lifestyle και τα social media παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο, αλλά είναι τάσεις με μικρό χρονικό ορίζοντα, μεταβάλλονται διαρκώς. Μια νέα παράμετρος που θα αλλάξει τις καταναλωτικές τάσεις είναι το κλίμα. Οι θερμοκρασίες ανεβαίνουν και αυτό μας στρέφει περισσότερο σε λευκές ποικιλίες εις βάρος των ερυθρών. Τα κρασιά που επικρατούν σήμερα είναι φρουτώδη, αρωματικά, ξηρά.

Σάββα, αυτές οι αλλαγές προέρχονται από τους καταναλωτές ή από το μάρκετινγκ;

Συμβαίνουν και τα δύο. Το οργανωμένο μάρκετινγκ μπορεί να επηρεάσει τις προτιμήσεις και το αντίστροφο. Κυρίαρχο θέμα είναι η στροφή προς τον υγιεινό τρόπο ζωής και η ανησυχία για την ποσότητα αλκοόλ. Παλιότερα θέλαμε κόκκινα κρασιά με υψηλό αλκοόλ και πολύ σώμα, σήμερα πολλοί προτιμούν ελαφριά κρασιά με χαμηλότερο αλκοόλ. Εδώ το μάρκετινγκ ακολουθεί την καταναλωτική τάση.

Μανώλη, ποια είναι η καλύτερη φιλοφρόνηση που έχεις δεχτεί;

Η μεγαλύτερη φιλοφρόνηση για εμάς είναι όταν βλέπουμε τον κόπο μας να επιβραβεύεται, όταν εισπράττουμε συγχαρητήρια για το κρασί μας στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Σάββα, ποια είναι τα μηνύματα που παίρνετε από ξένους επισκέπτες στο οινοποιείο σας για τις τοπικές ποικιλίες;

Η ισχυρότερη τάση στους ταξιδιώτες είναι η τοπική εξερεύνηση. Όσοι ταξιδεύουν θέλουν να δοκιμάσουν κάτι διαφορετικό, μια τοπική ποικιλία, μια τοπική εμπειρία. Σε αυτό οι τοπικές ποικιλίες παίζουν σημαντικό ρόλο.

Υπάρχει κάτι εξωφρενικό που άκουσες τελευταία;

Έχουμε επισκέπτες που δεν έχουν εικόνα από κρασιά και, ενώ τους αρέσει η Μαλαγουζιά, ρωτούν αν βγαίνει και σε κόκκινη ή ροζέ.

Θοδωρή, έμαθες πράγματα για τον εαυτό σου μέσα από το κρασί;

Ναι. Μαθαίνεις ότι ό,τι κάνεις έχει συνέπειες και πρέπει να το συνειδητοποιήσεις γρήγορα. Σε κάνει πιο υπεύθυνο. Είναι σχολείο στην πράξη.

Οικογένεια Μωραϊτη

Η οικογένεια Μωραΐτη αναβίωσε την ποικιλία Μονεμβασιά στην Πάρο
Φωτογραφία | Νίκη Μηταρέα

Θοδωρή, τι σημαίνει για σένα καλή ζωή;

Αυτό που μας λείπει είναι ο ελεύθερος χρόνος. Αν έχουμε χρόνο, μπορούμε να ξεκουραστούμε, να ταξιδέψουμε, να ζήσουμε καλύτερα. Δεν είναι τα υλικά αγαθά που κάνουν την καλή ζωή, αλλά ο χρόνος με την οικογένειά μου.

Πες μου έναν-δύο πετυχημένους συνδυασμούς φαγητού και κρασιού που σου αρέσουν.

Γαριδομακαρονάδα με το ροζέ Αϊδάνι, μανιτάρια με το Amphora Μονεμβασιά. Ψάρια με τα λευκά μας, κατσικάκι στο φούρνο με Ασύρτικο.

Μανώλη, η γυναίκα σου η Μαρία συμμετέχει ενεργά στο οινοποιείο. Τι φαγητό θα της μαγείρευες και με ποιο κρασί θα το συνόδευες;

Η Μαρία δεν τρώει ψάρια, της αρέσει το κρέας. Θα της έφτιαχνα γουρουνόπουλο με πατάτες στο φούρνο, θα το συνόδευα με το ροζέ μας Νταμεράλε και μια σαλάτα με λαχανικά από τον μπαξέ μου.

Μανώλη, τι αγαπάς και τι σε ενοχλεί στον τόπο σου;

Αγαπώ την παράδοση και τα αμπέλια μου. Αυτό το κομμάτι έχω αναλάβει, του αμπελουργού. Με θλίβει όμως η άναρχη δόμηση και ο υπερτουρισμός χωρίς αντίστοιχες υποδομές. Δυσκολευόμαστε να βρούμε καλλιεργήσιμη γη, το νερό έχει γίνει υφάλμυρο από την υπερκατανάλωση και την παράνομη υπεράντληση. Κάναμε παράπονα αλλά δεν μας άκουσε κανείς. Δεν ξέρω πού θα πάει αυτή η κατάσταση.

Πού σου αρέσει να κάνεις βόλτα και να τρως στην Πάρο;

Βόλτα κάνω στη Νάουσα, γύρω από το λιμανάκι, την πλατεία και τα στενά της. Για φαγητό ψάχνω τα φρέσκα ψάρια στη Νάουσα, στον Αμπελά ή στην Αλυκή.

Σάββα, ποια είναι η αγαπημένη σου πόλη και πού σου αρέσει να τρως και να κάνεις βόλτα;

Αγαπημένη πόλη το Εδιμβούργο στη Σκωτία. Στην παλιά ή στη νέα πόλη πάντα θα βρεις κάτι ωραίο. Μου αρέσει το παραδοσιακό τους φαγητό. Και εκεί δεν έχεις το άγχος να διαλέξεις κρασί, πίνεις μπίρα και χαλαρώνεις.

Σάββα, ποια οινολογική χρονιά της παραγωγής σας ξεχωρίζεις;

Παλιά οι κλιματολογικές συνθήκες στο νησί ήταν σταθερές, δεν υπήρχαν μεγάλες διαφοροποιήσεις. Τα τελευταία χρόνια αυτό αλλάζει. Αν πρέπει να διαλέξω για τα ερυθρά, θα έλεγα 2004, 2009, 2016. Στα λευκά, η μνήμη είναι πιο κοντινή.

Θοδωρή, αν έπρεπε να διασώσεις μια ελληνική ποικιλία ως πολιτιστική κληρονομιά, ποια θα διάλεγες;

Τη Μονεμβασιά. Είναι ποικιλία με ιστορία αιώνων, υπάρχει στην Πάρο από τον Μεσαίωνα.

Μανώλη, αισθάνεσαι ότι η προσπάθειά σου έχει αναγνωριστεί;

Ναι, πιστεύω ότι το έχουν αναγνωρίσει και καταλαβαίνουν πως κάνουμε μια πολύ σοβαρή προσπάθεια. Η ποιότητα των κρασιών μας είναι αναβαθμισμένη, δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από κρασιά της Ελλάδας ή του εξωτερικού. Τα παιδιά μου έχουν συμβάλει σημαντικά σε αυτό.