Είσαι και εσύ από αυτούς που δεν πίνουν καφέ (άξιο απορίας) και προτιμούν το τσάι, ή απλώς το έχεις εντάξει στην καθημερινότητά σου για τις ευεργετικές του ιδιότητες και επειδή σου προσφέρει θαλπωρή; Ό,τι και αν ισχύει, το τσάι και τα διάφορα βότανα, αποτελούν μικρούς θησαυρούς για τον οργανισμό.
Στην πραγματικότητα, το τσάι είναι το δεύτερο πιο δημοφιλές ρόφημα στον κόσμο μετά το νερό. Μαύρο και πράσινο τσάι είναι βέβαια τα πιο δημοφιλή, με το πρώτο να κερδίζει τη θέση του πρωταθλητή στις προτιμήσεις, αφού για παράδειγμα στις ΗΠΑ καταναλώνεται περισσότερο, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 84% του συνολικού τσαγιού που πίνουν, τη στιγμή που το πράσινο τσάι το επιλέγει μόλις το 15%. Ας εξηγήσουμε όμως πρώτα τι ακριβώς είναι το καθένα τους ξεχωριστά.
Μαύρο τσάι
Παρασκευάζεται από φύλλα του φυτού Camellia sinensis, τα οποία οξειδώνονται πλήρως και ζυμώνονται για να αναπτυχθεί η ξεχωριστή, ισχυρή γεύση του τσαγιού. Κατά τη διάρκεια της οξείδωσης, τα φύλλα εκτίθενται στον αέρα, γεγονός που βαθαίνει το χρώμα τους και εντείνει τη γεύση. Από εκεί και πέρα, τα φύλλα μπορούν να παραμείνουν ως έχουν ή να θερμανθούν, να αποξηρανθούν και να θρυμματιστούν για την παρασκευή μαύρου τσαγιού. Αυτή η διαδικασία έχει ως αποτέλεσμα ένα τσάι σκούρου χρώματος με έντονο, μερικές φορές πικρό γευστικό προφίλ.
Πράσινο τσάι
Παρασκευάζεται επίσης από τα φύλλα του φυτού Camellia sinensis, αλλά τα φύλλα δεν έχουν υποστεί ζύμωση. Σε αντίθεση με το μαύρο τσάι, τα φύλλα υποβάλλονται γρήγορα σε θερμική επεξεργασία και τρίβονται, χωρίς να υφίστανται οξείδωση. Το Sencha είναι ο πιο δημοφιλής τύπος πράσινου τσαγιού, από τον οποίο παράγονται στην πραγματικότητα άλλες ποικιλίες πράσινου τσαγιού, όπως Matcha, Bancha, Gyokuro. Γενικώς, το πράσινο τσάι έχει αρκετά πιο ήπια γεύση, συγκριτικά με το μαύρο.
Τα θρεπτικά συστατικά
Και τα δύο είδη τσαγιού έχουν αρκετά παρόμοιο προφίλ θρεπτικών συστατικών, καθώς περιέχουν καφεΐνη, αντιοξειδωτικά και άλλα σημαντικά φυτοθρεπτικά συστατικά. Ένα τυπικό ρόφημα τσαγιού, περιέχει περίπου 250 έως 350 mg στερεών ουσιών τσαγιού. Αυτά τα στερεά συστατικά αποτελούνται από περίπου 30-42% κατεχίνες ή πολυφαινόλες - τα καλά, δηλαδή, φυτοθρεπτικά συστατικά που λειτουργούν για να διατηρούν τον οργανισμό στην καλύτερη δυνατή κατάσταση - και 3-6% καφεΐνης.
Οι κύριες διατροφικές διαφορές μεταξύ του μαύρου και του πράσινου τσαγιού προέρχονται από τους τρόπους επεξεργασίας και οξείδωσης. Ενώ τόσο το μαύρο όσο και το πράσινο τσάι περιέχουν παρόμοιες ποσότητες πολυφαινολών, οι τύποι των φλαβονοειδών ή φυτοθρεπτικών συστατικών σε κάθε τσάι είναι ελαφρώς διαφορετικοί ως αποτέλεσμα αυτού. Αναρίθμητες έρευνες έχουν αποδείξει ότι τα φυτοθρεπτικά συστατικά τόσο του μαύρου όσο και του πράσινου τσαγιού μπορούν να υποστηρίξουν την καρδιαγγειακή και μεταβολική υγεία. Πρόσφατες μελέτες δείχνουν, μάλιστα, ότι αυτά τα τσάγια μπορούν επίσης να προσφέρουν πιθανά οφέλη για αντιγηραντικές, αντιδιαβητικές και αντικαρκινικές θεραπείες.
Περιεκτικότητα σε θερμίδες, καφεΐνη και βιταμίνες
Τόσο το μαύρο όσο και το πράσινο τσάι δεν έχουν σχεδόν καθόλου θερμίδες. Μια μερίδα μαύρου τσαγιού (1 φλιτζάνι) έχει 0 θερμίδες με μικρή μόνο ποσότητα φυσικού νατρίου (λιγότερο από 5 mg) και περιέχει 26 mg καφεΐνης. Αντίστοιχα, το ίδιο φλιτζάνι πράσινο τσάι περιέχει λιγότερες από 2 θερμίδες, μια μικρή ποσότητα πρωτεΐνης (0,25 γρ.) και ελαφρώς περισσότερη καφεΐνη (29 mg). Περιέχει επίσης ίχνη βιταμινών και μετάλλων, όπως σίδηρο, μαγνήσιο, κάλιο, νάτριο, ψευδάργυρο, μαγγάνιο, θειαμίνη, ριβοφλαβίνη, νιασίνη και βιταμίνη Β-6.
Έτσι, ενώ το πράσινο τσάι έχει περισσότερες βιταμίνες και μέταλλα από το μαύρο τσάι, είναι σε σχετικά μικρές ποσότητες. Συνεπώς, είναι εύκολο να αντιληφθούμε ότι ξεκάθαρος νικητής δεν υπάρχει. Τόσο το μαύρο, όσο και το πράσινο τσάι προσφέρουν πολλαπλά οφέλη και μπορούν εύκολα να ενταχθούν σε μια ισορροπημένη, υγιεινή διατροφή. Στο τέλος της ημέρας, αυτό που αξίζει να επιλέξεις είναι αυτό που ταιριάζει περισσότερο στις γεύσεις σου και είναι πιθανό να καταναλώνεις πιο τακτικά.