Η αλήθεια είναι πως το Γιώργο Γληνό τον ήξερα μόνο από τα δημοσιεύματα συναδέλφων. Όλοι γράφανε πόσο ωραίος τύπος είναι, πως είχε σπουδάσει αστροφυσική πως και μια μέρα τα παράτησε όλα, πήρε μια καντίνα κι άρχισε να φτιάχνει γκιουζλεμέδες που κάθε μέρα πουλούσε σε άλλη γειτονιά, όπου πάρκαρε την καντίνα του δηλαδή κι άλλα ωραία. Τον κυνηγήσανε πολύ, γιατί έτσι συμβαίνει όταν πετυχαίνει κάτι, τον μιμηθήκανε συμπληρώνω εγώ, αλλά εκείνος δεν το έβαλε κάτω. Αλήθεια ήταν όλα όσα γράφτηκαν για εκείνον και τώρα που πέρασε η φούρια, έψαξα και τον βρήκα. Κι όταν τον γνώρισα απόρησα γιατί δεν ήταν φίλος μου τόσα χρόνια. 

Ο Γιώργος είναι πανέξυπνος χωρίς να στο πουλάει, είναι δοτικός, είναι γρήγορος και πρακτικός, με χιούμορ που ρέει, ελεύθερο πνεύμα βρε παιδί μου, ειλικρινής και βαθιά συναισθηματικός άνθρωπος. Δεν του αρέσει να βλέπει τον εαυτό του σε κουτάκια, δεν συμβιβάζεται με το προφανές και κυρίως δεν το βάζει κάτω επειδή δυσκόλεψαν τα πράγματα. Υπερασπίζεται τις επιλογές και τα πιστεύω του ως το τέλος. Ε ναι λοιπόν, τον συμπάθησα πολύ. Που άφησε τα σίγουρα κι έγινε καντινιέρης χωρίς να έχει καμιά σχέση με την εστίαση μετατρέποντας σε καντίνα ένα αυτοκινούμενο που ξεκίνησε την καριέρα του σαν ασθενοφόρο. Το ίδιο όμως δεν κάνει έως και σήμερα αυτό το όχημα; Σώζει τους πεινασμένους, μεταφέροντάς τους εσπευσμένα σε απλές αλλά πεντανόστιμες γευστικές επιλογές...

Γιώργος Γληνός

Σήμερα ο Γιώργος Γληνός έχει δυο καντίνες, τη μεγάλη στην οποία μας υποδέχτηκε και μια πιο μικρή κι ευέλικτη, τις οποίες χρησιμοποιεί ανάλογα τις ανάγκες της κάθε εκδήλωσης. Στην τελευταία μεγάλη εκδήλωση που πήρε μέρος ήταν οι Ημέρες Νεμέας και πήγε με την μεγάλη, όμως σε κάποιο πάρτι θα πάει με τη μικρή. Η μικρή φτιάχτηκε τα τελευταία χρόνια στην Κίνα και την ολοκλήρωσε κάνοντας όλη την επικοινωνία με τον Κινέζο στο what’s up. Στο τέλος για να βεβαιωθεί πως δεν θα του έστελνε ένα άδειο κουτί του ζήτησε να βγάλει και να του στείλει μια φωτογραφία μαζί με την καντίνα. Και τότε συνειδητοποίησε πως ο συνεργάτης του ήταν γυναίκα… Ναι, από το όνομα δύσκολα μπορεί ένας δυτικός να ξεχωρίσει τα αντρικά από τα γυναικεία κινέζικα ονόματα. Ονόματα βέβαια έχει δώσει και στις δύο καντίνες του. Τη μικρή τη λέει Cantine Μignon και τη μεγάλη Mercedes Sosa!

Που την πάει την καντίνα και κάθε πότε

«Η καντίνα πάει όπου και όποτε την καλεί το καθήκον της. Η δουλειά του καντινιέρη δεν είναι συγκεκριμένη» μου εξηγεί. Οι εκδηλώσεις είναι το σημείο που τον βρίσκουμε πλέον. Εταιρικές κυρίως και με παιδάκια. 

Τι μαγειρεύει στις εκδηλώσεις;

Γιώργος Γληνός

Αυτό εξαρτάται από τις ανάγκες και τις απαιτήσεις του πελάτη. Καμιά δουλειά δεν είναι ούτε πολύ μεγάλη ούτε πολύ μικρή γι’ αυτόν. Τώρα το καλοκαίρι είχε πάει σε ένα μισοεγκαταλελειμμένο χωριό, από αυτά που μόνο τον Αύγουστο πάει ο κόσμος και για λίγο παίζανε το ρόλο του καφενείου. Οπότε το πρωί βγάζανε καφέδες, τσιπουράκια και μεζεδάκια και το βράδυ ψήνανε. Αυτό ήταν κάτι που δεν το κάνει συχνά, αλλά αν χρειαστεί, όλα γίνονται. Σε ένα παιδικό πάρτι με μικρό budget μπορεί να κάνει μόνο hot dog. Αυτό που κάνει πολύ συχνά και του αρέσει περισσότερο γιατί εκεί μπορεί να βάλει και την τέχνη του, είναι τα burritos που αρέσουν σε όλους κι έχουν το καλό ότι εξυπηρετούνε. Επίσης φτιάχνει πολύ καλό burger που τα κάνει με καλό κιμά κι αλάτι κι ένα ωραίο ψωμάκι που έχει φτιάξει με το φούρναρη που συνεργάζεται. 

Κι οι γκιουζλεμέδες;

Οι γκιουζλεμέδες είναι μια αγάπη που δεν εγκαταλείπει ποτέ, γιατί τους ξέρει ο κόσμος και τους ζητάει. Πάντα στο μενού υπάρχει κάτι χορτοφαγικό και κάτι vegan. Ο ίδιος δεν τρώει κρέας αλλά μαγειρεύει τα πάντα για λόγους επιβίωσης. Ίσως κάποια μέρα να μπορεί να μαγειρεύει μόνο χορτοφαγικά γεύματα. Προς το παρόν μαγειρεύει το chili con carne και με μοσχαρίσιο κιμά αλλά και με κιμά σόγιας, ενώ η πιο συνηθισμένη τριάδα που μαγειρεύει στις εκδηλώσεις είναι burger, burrito, hot dog. To πρώτο για παράδειγμα μπορεί να το θέλουν λιγότερο ή περισσότερο ψημένο, το δεύτερο μπορεί να το έχει έτοιμο γιατί αφενός πόσα να προλάβει να φτιάξει σε ένα τερματισμό μαραθωνίου κι αφετέρου τρώγεται πολύ ωραία και κρύο. Όσο για το hot dog είναι καλό γιατί είναι customizable αφού μπορεί να το φτιάξει για μικρούς και μεγάλους. Το hot dog είναι σαν τα παιχνίδια που παίρνουν οι μεγάλοι για να παίζουν τα παιδιά και στο τέλος παίζουν εκείνοι. Έτσι συμβαίνει και με τα hot dog… Πάντως για το δικό του hot dog είναι πολύ υπερήφανος- ως ένα σημείο- γιατί βάζει πολύ καλής ποιότητας λουκάνικο κι ένα ψωμί που επίσηςέχει φτιάξει με τις δικές του προδιαγραφές, αλλά ως εκεί. Τους προσθέτει κάποιες κλασικές ή άλλες πιο δροσερές σος που φτιαχνει μόνος μου με γιαούρτι και άνηθο, βάζει από πάνω τραγανά ασιατικά κρεμμύδια, πατατάκια στικς που του αρέσουν πολύ γιατί έχουν πολύ πλάκα και δίνουν ωραία τραγανότητα.

Πώς του ήρθε να κάνει καντίνα;

Δουλεύοντας για χρόνια στις πολυεθνικές διαπίστωσε πως όταν έκανε διάλειμμα υπήρχε μια καντίνα και μετά από τρεις μήνες, αφού είχε δοκιμάσει, είχε δει και τα είχε φάει όλα, δεν υπήρχε κάτι άλλο να φάει. Μετά υπήρχε η επιλογή του delivery που τι ήταν; Αν ήσουν κυριλέ μια σαλάτα Ceasar’s ειδάλλως ντάκοι, τους οποίους έτρωγε εκείνος. Κι οι άλλοι; Σουβλάκια, πίτσες και μετά ταπεράκια. “Μην κοιτάς τώρα, εκείνα τα χρόνια που δούλευα εγώ, το ταπεράκι ήταν ντροπή. Ταπεράκια είχαν οι άρρωστοι, αυτοί που κάνανε δίαιτα και... οι φτωχοί ή οι τσιγκούνηδες” μου επισημαίνει. Από το μυαλό του περνούσαν διάφορα, χωρίς βέβαια να έχει φανταστεί ποτέ πως θα άφηνε τη δουλειά του για να ασχοληθεί με το φαγητό. Επίσης είχε μια ακόμη πετριά, τα ταξίδια. Του άρεσε και του αρέσει να ταξιδεύει και στα ταξίδια του ανακάλυψε πόσο τεράστια επιρροή και γοητεία ασκεί το φαγητό στον άνθρωπο. 

Ήταν foodie και δεν το ήξερε...

Γιώργος Γληνός

Γιώργος Γληνός

Γιώργος Γληνός

Γιώργος Γληνός

«Ναι, γιατί δεν υπήρχε η λέξη τότε. Να μια λέξη που μάθαμε πρόσφατα λοιπόν, foodie!»

Ο Γιώργος ταξίδευε από μικρός, του άρεσε να βλέπει πως αντικατοπτρίζονται τα φαγητά του κόσμου στους λαούς και πόσο το φαγητό και οι πρώτες ύλες ενώνουν τους ανθρώπους. «Εμείς για παράδειγμα υπερηφανευόμαστε για την ελληνική ντομάτα, τι νόστιμη που είναι, ιδιαίτερα για κάποιες ποικιλίες, όπως αυτή της Βραυρώνας ας πούμε, κι όμως η ντομάτα είναι μεξικάνικη. Πάς στις αγορές του Μεξικού κι έχουν 70 ποικιλίες. Μιλάμε για κάτι φοβερές ντομάτες! Εγώ λοιπόν γοητεύτηκα πολύ από όλο αυτό, αλλά κυρίως από το πώς οι άνθρωποι που κάθονταν γύρω από ένα τραπέζι δένονται μεταξύ τους ακόμη κι αν όλο αυτό γινόταν στο όρθιο, μέσα στο άγριο χάραμα πριν πιάσουν δουλειά, σε κάποιο διάλειμμα ή μετά τη δουλειά τους. Αναφέρομαι σε όλες τις δουλειές, από τις χειρονακτικές έως τις πιο κυριλέ κι από όλα τα κοινωνικά στρώματα.

Πραγματικά θεωρώ πως δεν υπάρχει κάτι στον κόσμο που να μπορεί να φέρνει τόσο κοντά τους ανθρώπους όσο το φαγητό. Υπάρχει βέβαια το σεξ, η μουσική κι η τέχνη. Αλλά και το φαγητό τέχνη δεν είναι; Υπάρχει κι αυτό που στα αγγλικά λέγεται hospitality με την έννοια όχι μόνο της φιλοξενίας αλλά αυτού που εμείς εδώ λέμε εστίαση. Το πώς δηλαδή μπορείς γύρω από το food and drink να ενώνεσαι και να χωρίζεσαι βέβαια». 

Οι πολυεθνικές, τα ταξίδια το φαγητό κι ένα βιβλίο

Στα 26 του πριν πάει φαντάρος έκανε ένα μεγάλο ταξίδι. Τότε δούλευε στο εξωτερικό αλλά γύρισε στην Ελλάδα γιατί ήθελε να δουλέψει στους Ολυμπιακούς. Επειδή του είπαν πως θα αργούσαν να τον πάρουν στο στρατό πήρε τη μηχανή του και ξεκίνησε ένα μεγάλο ταξίδι. Ήταν ένα ταξίδι ζωής που του άλλαξε τον τρόπο που έβλεπε τον κόσμο. Τότε συνειδητοποίησε πόσες πολλές χώρες και γαστρονομικές εμπειρίες κατέγραψε και πόσο εντυπωσιάστηκε από πράγματα που είχαν σχέση με αυτές. Έχει γράψει κι ένα βιβλίο από τις εμπειρίες αυτού του ταξιδιού. Μάλιστα αυτή τη στιγμή είναι ιδιαίτερα χαρούμενος γιατί  το βιβλίο του μεταφράστηκε και στα αγγλικά. «Ο γύρος της Μεσογείου σε δυο ρόδες» έτσι λέγεται και είναι ευτυχής γιατί πρόλαβε και ταξίδεψα σε μέρη που πλέον δεν μπορούμε να ταξιδέψουμε. Μέρη όπως είναι η Συρία, το Ισραήλ κι η Παλαιστίνη που τότε μπαινόβγαινε λες και πέρναγε διόδια. Κανείς τότε δεν νοιαζόταν αν η Γάζα, η Ιουδαία και η Σαμάρεια ήταν Δυτική όχθη ή όχι. Τότε απλώς πήγαινες από τη μια πόλη στην άλλη. Από τη Βηθλεέμ στην Ιερουσαλήμ και δεν ήξερες καν που ξεκινά και τελειώνει η καθεμία, δεν είχαν όνομα. Μετά από αυτό το βιβλίο, κατάλαβε πως τα ταξίδια αρέσουν σε όλους. Σε κείνον ίσως λίγο παραπάνω. Επίσης συνειδητοποίησε πως και το φαγητό ήταν ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο στη ζωή του.

«Ξέρεις, θυμάμαι τις περισσότερες συνταγές της μητέρας μου, ακόμη κι αν στεκόμουν δίπλα της το λιγότερο. Αλλά θυμάμαι τα πάντα! Ακόμη και σήμερα που καθάριζα κάτι ντομάτες που δεν ήταν καλές, σκεφτόμουν πως κι εκείνη κάποτε που καθάριζε κακές ντομάτες είχε πει πόσο σκατένιες ήταν. Δυστυχώς, δεν υπάρχει άλλη λέξη να περιγράψεις κάποια πράγματα... Ωραίες απ’ έξω κι από μέσα ζαχαρωμένες και γεμάτες σπόρια και νεύρα...»

Μαγείρευε από πάντα;

Μπορεί να μαγείρευε για τους φίλους του και να εισέπρατε θετικά σχόλια, αλλά λίγο ως πολύ όλοι δεν το κάνουμε; Όμως καταλάβαινε επίσης πως αυτό που του έδινε μεγαλύτερη χαρά είναι το hosting. Να περιποιείται τον κόσμο, που λέμε. Αυτό είναι κάτι πολύ δύσκολο να το βγάλεις σε μια πολυεθνική ή σε μια μεγάλη εταιρεία. Και το πιο πιθανό αν το προσπαθήσεις, είναι να γυρίσει κι εναντίον σου. 

«Πιστεύω στις σταθερές αξίες. Η κουλτούρα μιας πολυεθνικής, ας πούμε, έχει στηθεί, έχει βελτιωθεί κι έχει αναπτυχθεί μέσα από τις ανάγκες της. Έ, έρχεται αυτό το πράγμα και στην Ελλάδα. Γιατί; Κάνει ο άλλος μια επιτυχημένη επιχείρηση, αποκτά 50 υπαλλήλους και αντί να κρατήσει την οικογενειακή επιχείρησή του, ξαφνικά γίνεται κι αυτός πολυεθνική. Δεν είναι ωραίο. Αυτό το λέω γιατί έχω δουλέψει και σε ελληνικές πολύ παραδοσιακές επιχειρήσεις όπου συνάντησα τα ελαττώματα των πολυεθνικών». 

Ποια ήταν η τελευταία του δουλειά πριν την καντίνα;

Γιώργος Γληνός

Η τελευταία μεγάλη δουλειά που έκανε ήταν το 2013 στον ΑΒ  κι είχε πολύ ενδιαφέρον γιατί τότε είδε το φαγητό από μια πολύ διαφορετική οπτική αν κι εκείνος  ασχολιόταν ακόμη με την τεχνολογία. Είχε αναλάβει να φτιάξει το πρώτο τους e-shop. Τότε ήταν σαν να λέγαμε σήμερα πως έφτιαξε ΑΙ τους. Μετά την απόλυσή του άφησε να περάσει ένας χρόνος κι εκείνος δεν είχε στείλει πουθενά ούτε ένα βιογραφικό. Περνούσε μια δύσκολη φάση γιατί συνειδητοποίησε πως αυτό το κομμάτι δεν του ταίριαζε πια και πως απλά το κεφάλαιο είχε κλείσει για εκείνον. Σαν ένα πουκάμισο που δεν σου μπαίνει πια, είτε επειδή πήγες γυμναστήριο και φούσκωσες είτε γιατί πάχυνες... 

Στην ανεργία...

Μια ωραία βραδιά που είχε λίγο και τις μαύρες του, πήγε σινεμά και είδε μια ταινία, το Chef του Jon Favreau. Η ιστορία πάνω κάτω έχει ως εξής: Ένας μάγειρας που χάνει τη δουλειά του παίρνει μια καντίνα και το γιο του κι αρχίζουν να γυρνάνε τις Ηνωμένες Πολιτειες με το truck τους και να μαγειρεύουν από Πολιτεία σε Πολιτεία βρίσκοντας το ιδιαίτερο προϊόν κάθε περιοχής και δημιουργώντας με αυτό. Ο γιος του τον βοηθά με το internet και τα social. Αρχίζει να τουιτάρει και να ανεβάζει φωτογραφίες οι οποίες γίνονται viral και ο κόσμος τους περιμένει παντού, κάνοντας τρελή επιτυχία. Εκείνη η ταινία έκανε κλικ μέσα του. Ταξίδια, καλό φαί, περιποίηση, μη στασιμότητα, όλα τα στοιχεία που αγαπούσε χωρούσαν σε μια καντίνα; Είπε θα κάνω μια καντίνα κι εγώ και την έκανε. Βέβαια από το όνειρο μέχρι την πραγματικότητα υπάρχει πάντα απόσταση, παραδέχεται. «Ποτέ δεν είναι αυτό ακριβώς που νομίζεις. Αλλά νομίζω αυτή είναι κι η μαγεία της ζωής» καταλήγει. 

Μετανιώνει καμιά φορά;

Πολλές φορές τον κούρασε και τον κουράζει ακόμα η καντίνα. Βέβαια, δεν έχει μετανιώσει για τίποτα! Μπορεί να μην βγάζει τα λεφτά που έβγαζε στις πολυεθνικές ούτε θα τα βγάλει. «Όμως δεν μετριούνται όλα σε ευρώ. Αν και κάποτε στο τέλος του μήνα κοιτούσα απλώς αν μπήκαν τα λεφτά στο λογαριασμό μου ενώ τώρα τρέμω αν θα φτάσουν να πληρώσω τις υποχρεώσεις, το κράτος κυρίως. Πολύ θλιβερό και στενάχωρο αλλά αν και δεν μου αρέσουν οι ιστορίες συνωμοσίας θεωρώ σίγουρο πως γίνεται πια επίτηδες όλο αυτό».

Οι δυσκολίες των μικρών επιχειρήσεων

Έντεκα χρόνια τώρα και κάθε χρόνο πληρώνω τους φόρους μου κανονικά από την πρώτη μέρα, κάθε χρόνο περισσότερο κάθε χρόνο οι συνθήκες εργασίας μου χειροτερεύουν, γενικώτερα το κλίμα είναι πολύ εχθρικό. Κι αυτό είναι πολύ κρίμα γιατί είμαστε μια πάρα πολύ μικρή χώρα όπου το 90% των ανθρώπων και το 75% των ΑΦΜ είναι μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις έως 2-3 άτομα, κι αυτές ξέρεις επιβιώνουν επειδή δεν πληρώνουν ενοίκιο ή τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας. Υπό κανονικές συνθήκες δεν τη βγάζεις. Κι αυτό είναι πολύ στενάχωρο. Γιατί έχεις κάνει τόση προσπάθεια, έχεις ξοδέψει τόσα χρήματα και ιδέες, έχεις μια επιτυχημένη επιχείρηση και δεν μπορείς να ζήσεις καλά. Πολύ άδικο!

Κι η καντίνα;

Γιώργος Γληνός

Μην φανταστείς πως τα πράγματα είναι πιο εύκολα για μια καντίνα. Πως θα πεις δεν είναι καλά εδώ πάμε σε άλλη γειτονιά, δεν παίζει αυτό, ή πως δεν έχεις νοίκια. Η καντίνα σε γενικές γραμμές σαν επιχείρηση ειναι μια πολύ ακριβή επιχείρηση. Πιο ακριβή από το να έχεις μαγαζί και στο λέω γιατί είχα και μαγαζί food truck.

Κι από κούραση;

Κάθε δουλειά είναι κουραστική κι έχει εκπλήξεις, όμως εγώ αυτή τη δουλειά την ευχαριστιέμαι, μου ταιριάζει, ακόμη και σε προσωπικό επίπεδο. Όταν την ξεκίνησα η κόρη μου ήταν 10 χρονών και για μένα το πιο σημαντικό ήταν να περνάω χρόνο μαζί της. Να μπορώ να πηγαίνω στο σχολείο να παίρνω τους ελέγχους της. Επίσης μου ταιριάζει γιατί δεν είναι μια στατική δουλειά. Να, όλα αυτά μου δίνουν τη δύναμη να συνεχίζω. Το μόνο πράγμα που θα ήθελα είναι να το έχω κάνει νωρίτερα. Κυρίως για λόγους φυσικής δύναμης. Είναι πάρα πολυ βαριά δουλειά!

Πόσα διπλώματα και εξετάσεις;

Φυσικά κι έδωσε εξετάσεις για να πάρει επαγγελματικό δίπλωμα οδήγησης για την καντίνα. Όμως έχει δώσει κι άλλες πολύ πιο σοβαρές αφού έχει σπουδάσει Φυσική, Αστροφυσική και μετά έκανε ΜΒΑ στις Τηλεπικοινωνίες. Εκεί να δεις εξετάσεις! «Πέρα από τις αιματολογικές και τι ακτινολογικές» μου επισημαίνει με το χιούμορ που τον χαρακτηρίζει. 

Κι από μαγειρική;

«Δεν έχω κάνει τίποτα σχετικό. Μόνο πως με έχουν φωνάξει κάτι συνάδελφοι και φίλοι σε σχολές για να κάνω κάτι σεμινάρια. Έχω δώσει δηλαδή δεν έχω πάρει γνώση. Στην πραγματικότητα λόγω επαγγελματικού backround αγαπάω πολύ τις εξειδικεύσεις. Δηλαδή ο καθένας να κάνει αυτό που ξέρει. Τι θέλω να πω; Ξέρω να αλλάζω μια πρίζα, αλλά αν θέλω κάτι σοβαρό, θα φέρω τον ηλεκτρολόγο. Οπότε...»

Έχει βοηθούς ή δουλεύει μόνος σου;

Γιώργος Γληνός

«Είχα υπάλληλο από την πρώτη μέρα που λειτούργησα γιατί από την πρώτη στιγμή ήξερα τι μπορώ και τι δεν μπορώ να κάνω. Παρόλα αυτά, η δουλειά είναι πολύ κουραστική. Πέρα του πόσο μεγάλη κούραση είναι να έχεις δική σου επιχείρηση. Δεν ξέρω, εγώ έχω τεράστιο σεβασμό όταν βλέπω μια οποιαδήποτε μικρή επιχείρηση. Από ταβέρνα μέχρι περίπτερο που λειτουργεί πάνω από δυο χρόνια, τους θεωρώ ήρωες αυτούς τους ανθρώπους. Από την εμπειρία μου σου λέω πως αυτοί οι άνθρωποι παίζει να μπαίνουν και μέσα. Απλώς κάνουν εργασιοθεραπεία».

Πώς αντιμετωπίζει την ακρίβεια των πρώτων υλών;

«Η ζωή έχει γίνει πανάκριβη. Τα υλικά που χρησιμοποιώ από τότε που ξεκίνησα έχουν ανέβει δύο και τρεις φορές πάνω λες και είμαστε στον πόλεμο. Δέκα χρόνια τρεις φορές; 

Τι να κάνω; Τον γκιζλεμέ που τον πουλούσα 6 ευρώ να αρχίσω να τον πουλάω 18; Δεν γίνεται! Το μπέργκερ; Να πουλάω το μπέργκερ των 15, 20 ευρώ; Δηλαδή ντρέπομαι τον πελάτη μου. Οπότε το κόστος που απορροφάς έχει κόστος για σένα». 

Αλλά ο Γιώργος δεν μασάει από δυσκολίες και κακοτοπιές. Δεν χάνει το χιούμορ και την όρεξή του και είναι έτοιμος για τα επόμενα μικρά και μεγάλα ταξίδια με την μικρή ή τη μεγάλη καντίνα του. Για να είμαι ειλικρινής ζηλεύω λίγο, ιδιαίτερα τώρα που διαβάζω το βιβλίο του. Λες και κάθομαι στο πίσω κάθισμα της μηχανής του, εκείνος οδηγεί κι εγώ ακολουθώ ανυπομονώντας για τον επόμενη πόλη, για την επόμενη εμπειρία, για έναν ακόμη προορισμό...