Ο Μπρους Φρίντριχ, ο οποίος είναι σήμερα πρόεδρος του Good Food Institute, ενός αμερικανικού Μη Κερδοσκοπικού Οργανισμού που προωθεί τις εναλλακτικές πρωτεΐνες εγκατέλειψε οριστικά το κρέας ως φοιτητής το 1987. Όμως, αν κάποιος δεν είναι διατεθειμένος να γίνει χορτοφάγος, δεν θα τον κατηγορήσει επειδή τρώει μπέργκερ.
Στο βιβλίο του για την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών και υγειονομικών προβλημάτων που συνοδεύουν την παγκόσμια κατανάλωση κρέατος, ο Φρίντριχ – πρώην ακτιβιστής για τα δικαιώματα των ζώων – υποστηρίζει ότι είναι μάταιο να προσπαθεί κανείς να πείσει τους περισσότερους ανθρώπους να εγκαταλείψουν κρεατικά όπως η μπριζόλα, το λουκάνικο και τα nuggets κοτόπουλου.
Αντί γι’ αυτό, λέει, η βιομηχανία κρέατος χρειάζεται μία εναλλακτική επιλογή που να κάνει σχεδόν την ίδια δουλειά, στην ίδια τιμή, χωρίς τόση ρύπανση του περιβάλλοντος. Αντί να ζητούν από τους ανθρώπους να αλλάξουν διατροφή, οι εταιρίες θα πρέπει να ικανοποιήσουν τη διαρκώς αυξανόμενη όρεξη της ανθρωπότητας για κρέας με εργαστηριακά παραγόμενο ή φυτικής προέλευσης «αντίγραφα», υποστηρίζει ο ίδιος.
Όμως, αν τα εργαστηριακά κρεατικά γίνουν φθηνότερα και τόσο νόστιμα όσο τα πραγματικά, εξηγεί, θα μπορούσαν να μειώσουν δραστικά τα αέρια του θερμοκηπίου, τη ρύπανση των υδάτων και την αποψίλωση των δασών που προκαλούνται από τη σύγχρονη κτηνοτροφία.
Τότε, προβλέπει ο Φρίντριχ, οι εναλλακτικές πρωτεΐνες θα γνωρίσουν «εκθετική ανάπτυξη». Το βιβλίο του παρουσιάζει μια αισιόδοξη προσέγγιση, χαρακτηρίζοντας τη μετάβαση στις εναλλακτικές πρωτεΐνες «την επόμενη αγροτική επανάσταση» και υποστηρίζοντας ότι «θα μεταμορφώσει το αγαπημένο φαγητό της ανθρωπότητας – και το μέλλον μας». Άλλοι ερευνητές τροφίμων συμφωνούν ότι οι εναλλακτικές πρωτεΐνες δείχνουν πολλά υποσχόμενες, αλλά υιοθετούν μια πιο επιφυλακτική στάση ως προς το πόσο γρήγορα και σε ποιο βαθμό θα αλλάξει το σύστημα τροφίμων.
Τι λένε άλλοι ερευνητές
«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι τα εναλλακτικά κρέατα έχουν μικρότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα σε σύγκριση με το κόκκινο κρέας», λέει ο Μάριο Ερέρο, διευθυντής της ερευνητικής ομάδας Food Systems and Global Change του Πανεπιστημίου Cornell της Νέας Υόρκης. Όμως, προσθέτει, «για να είμαστε ειλικρινείς, δεν έχουμε πολλές εναλλακτικές που να είναι πραγματικά νόστιμες».
Οι εναλλακτικές πρωτεΐνες αποτελούν ένα στοίχημα υψηλού ρίσκου που μπορεί να αποδώσει ή και όχι, σύμφωνα με τον Ντέιβιντ Λόμπελ, διευθυντή του Κέντρου Επισιτιστικής Ασφάλειας και Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Στάνφορντ.
«Βραχυπρόθεσμα, νομίζω ότι είναι ένα αρκετά μικρό μέρος μιας γενικότερης λύσης που χρειάζεται, αλλά σε ένα χρονικό ορίζοντα 20 ετών, θα μπορούσε να είναι ένα από τα τρία ή τέσσερα σημαντικότερα πράγματα», λέει. «Το όφελος είναι πολύ μεγάλο, αλλά τα εμπόδια είναι εξίσου σοβαρά, ώστε να μην μπορούμε να αγνοήσουμε άλλες ευκαιρίες για τη μείωση των εκπομπών».
Η ανάγκη για αλλαγή διατροφικών συνηθειών
Αυτό που κανείς δεν αμφισβητεί είναι ότι η εκτροφή ζώων – η καλλιέργεια ζωοτροφών, η αποψίλωση γης για βοσκότοπους, η κοπριά και ούτω καθεξής – αποτελεί σημαντική αιτία της κλιματικής αλλαγής. Οι επιστήμονες υπολογίζουν ότι η κτηνοτροφία παράγει μεταξύ 12% και 19,6% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Η αντιμετώπιση της υπερθέρμανσης του πλανήτη απαιτεί τη μείωση αυτών των ποσοστών.
Ωστόσο, η παγκόσμια παραγωγή κρέατος έχει τετραπλασιαστεί από τότε που ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών άρχισε να καταγράφει στατιστικά στοιχεία το 1961. Η κατά κεφαλήν κατανάλωση κρέατος έχει διπλασιαστεί, με την αύξηση των εισοδημάτων στις αναπτυσσόμενες χώρες να συνδέεται με μεγαλύτερη κατανάλωση κρέατος. Οι μόνες φορές που η παραγωγή κρέατος μειώθηκε τα τελευταία 64 χρόνια ήταν κατά τη διάρκεια επιδημιών ασθενειών.
Ο Φρίντριχ λέει ότι είναι σημαντικό να συνεχιστεί η ενημέρωση των ανθρώπων για τα οφέλη στην υγεία και το περιβάλλον από τη μειωμένη κατανάλωση κρέατος, αλλά παραμένει δύσπιστος ως προς το αν αυτές οι προσπάθειες θα κερδίσουν ποτέ την πλειονότητα του παγκόσμιου πληθυσμού.
Ο Ερέρο, όμως, ο οποίος διαδραμάτισε ηγετικό ρόλο στη σύνταξη μιας παγκόσμιας μελέτης για την καλύτερη διατροφή για την ανθρώπινη υγεία και τον πλανήτη, πιστεύει ότι είναι δυνατό να πειστούν οι άνθρωποι να αλλάξουν διατροφικές συνήθειες. Αν και η κατανάλωση κρέατος αυξάνεται συνολικά, η παγκόσμια κατανάλωση κόκκινου κρέατος, ιδίως βοδινού, μειώθηκε καθώς οι άνθρωποι έμαθαν περισσότερα για τους κινδύνους του για την υγεία. «Η εκπαίδευση είναι εξαιρετικά σημαντική», λέει ο Ερέρο.
Αύξηση της αποδοτικότητας
Η άλλη, σιωπηλή τάση, που μειώνει σταθερά τον περιβαλλοντικό αντίκτυπο της παραγωγής κρέατος είναι η μακρά, αργή πορεία βελτίωσης της παραγωγικότητας στις φάρμες.
Βελτιωμένες ποικιλίες καλλιεργειών και ζώων, νέες τεχνολογίες και καλύτερες πρακτικές έχουν σταδιακά επιτρέψει στους αγρότες να παράγουν περισσότερα τρόφιμα με λιγότερους πόρους. Αυτό, για παράδειγμα, έχει μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από το βοδινό και το χοιρινό κρέας στις ΗΠΑ κατά περισσότερο από ένα τρίτο τα τελευταία έξι δεκαετίες.
Υπάρχει γενικά ακόμη μεγάλο περιθώριο βελτίωσης, ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες που δεν έχουν υιοθετήσει όλες τις τεχνολογίες και τεχνικές των πλουσιότερων χωρών.
Η δημιουργία νόστιμου κρέατος εργαστηρίου
Για να φτάσουμε εκεί, όμως, τα υποκατάστατα κρέατος πρέπει να γίνουν φθηνότερα και πιο νόστιμα, όπως αναφέρθηκε και αρχικά.
Η βελτίωση των φυτικών και καλλιεργημένων κρεάτων θα απαιτήσει χρήματα και έρευνα: όλη η πρόοδος που έχει σημειώσει μέχρι τώρα ο κλάδος κόστισε περίπου 20 δισεκατομμύρια δολάρια.
Ακόμη και με περιορισμένο προϋπολογισμό, εταιρίες που παράγουν φυτικά κρεατικά, όπως η Impossible Foods και η Beyond Meat (την οποία γνωρίζουμε και στην Ελλάδα) έχουν σημειώσει πρόοδο και έχουν αρχίσει να πλησιάζουν το πραγματικό κρέας σε τυφλές δοκιμές γεύσης. Ωστόσο, υπάρχει ακόμη «δρόμος».
Επίσης, τα φυτικά κοτόπουλα που αρέσουν στον κόσμο, για παράδειγμα, κοστίζουν τέσσερις φορές περισσότερο από το συμβατικό κοτόπουλο και το φυτικό βοδινό κοστίζει διπλάσια τιμή. Άρα πρόκειται πραγματικά για μια πρόκληση, από διάφορες απόψεις, τόσο για τους παραγωγούς, όσο και τους καταναλωτές.
Πηγή: The Washington Post