Η ιστορία του ελληνικού κρασιού, σε ένα μεγάλο βαθμό, είναι συνδεδεμένη με τη ρετσίνα και σήμερα όλο και περισσότερες ποιοτικές ρετσίνες παράγονται από τους Έλληνες οινοποιούς. 

Στην αρχαιότητα το ρετσίνι χρησίμευε ως μέσω για να σφραγιστούν τα δοχεία που μετέφεραν κρασί και αυτό είχε ως αποτέλεσμα το κρασί να παίρνει αυτή τη χαρακτηριστική γεύση. Κάπως έτσι γεννήθηκε ο ρητινίτης οίνος, δηλαδή η ρετσίνα. Στα χρόνια μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο η ρετσίνα ουσιαστικά αποτελούσε το αποκλειστικό στυλ κρασιού που καταναλωνόταν στα εστιατόρια και κυρίως στις λαϊκές αλλά και τουριστικές ταβέρνες της χώρας. Τα σημαντικότερα κέντρα παραγωγής είναι η Αττική και η Μακεδονία.

Η ρετσίνα προσφέρει έντονο αρωματικό και γευστικό χαρακτήρα, και τα αρώματα του πεύκου, του δεντρολίβανου, της μαστίχας, των χλωρών βοτάνων και του τζίντζερ δίνουν ένα μοναδικό αρωματικό μπουκέτο που συνδυάζεται άψογα με την παραδοσιακή ελληνική κουζίνα και κυρίως με τους μεζέδες που προσφέρονται στις ελληνικές ταβέρνες.

Επιπλέον, η ρετσίνα ταιριάζει απόλυτα με τον ελληνικό τρόπο σερβιρίσματος, που ακολουθείται ευλαβικά στις ταβέρνες της χώρας. Διαφορετικά πιάτα με μεζέδες, που συνήθως δεν κάνουν και το απόλυτο food-pairing μεταξύ τους, βρίσκονται στο μέσω του τραπεζιού για να μοιραστούν από την παρέα. 

Η ρετσίνα με τη δριμύτητα των γεύσεων, σε συνδυασμό με την υψηλή οξύτητα, που προσφέρουν τα λευκά κρασιά, και τη δροσιστική θερμοκρασία σερβιρίσματος βοηθά στο να αλλάζει και να καθαρίζει η γεύση μας μεταξύ της κάθε μπουκιάς φαγητού. 

Τέλος, η ρετσίνα αποτελεί μια σχετικά οικονομική επιλογή, αν και πλέον μπορείς να βρεις και κάποιες εμφιαλώσεις που μπαίνουν στον «χορό» των premium επιλογών.