Δεν είναι πολύ όμορφο όταν δύο παιδικοί φίλοι διατηρούν τη στενή σχέση και στην ενήλικη ζωή τους; Ακόμη περισσότερο, δεν είναι ακόμη πιο ωραίο όταν συνεργάζονται για έναν κοινό στόχο; Κάπως έτσι εξελίχθηκαν τα πράγματα για τον Κώστα Δρεκόλια και τον Χρήστο Φύκα που γνωρίστηκαν στο σχολείο, στη γειτονιά τους, στο Κορωπί και δέθηκαν μέσα από τα κοινά τους ενδιαφέροντα: ποδήλατο, βόλτες στο βουνό, από αυτές που η μάνα σου σε χάνει για ώρες και δεν λες να μαζευτείς, κατασκηνώσεις με τους προσκόπους και άλλες παιδικές περιπέτειες. Μέχρι που έφτασαν να έχουν δύο δικά τους μαγαζιά, σε Γλυφάδα και Βούλα. Ας ξετυλίξουμε όμως το νήμα από την αρχή.
Έκαναν παρέα από μικροί, όμως μεγαλώνοντας δεν έχασαν επαφή. Οι σκληροί ρυθμοί της ενήλικης ζωής βέβαια έπληξαν για λίγο τη σχέση τους. Ο Χρήστος ασχολήθηκε με τον κλάδο του κλιματισμού ψύξης και θέρμανσης, ενώ ο Κώστας, έχοντας μεγαλώσει σε αγροτική οικογένεια, ασχολούνταν με τα χωράφια των γονιών του και τα κηπευτικά, ήδη από πολύ μικρή ηλικία, μέχρι τα 18. Στα 22 έφυγε για το εξωτερικό, αφού είχε αποφοιτήσει από σχολή οδήγησης ως δάσκαλος, όμως δεν ξέχασε τα οικογενειακά εδάφη. Στο εξωτερικό ήταν εκείνη την περίοδο και ο Χρήστος, στο κυνήγι αναζήτησης εργασίας.
Γυρίζοντας ο Κώστας προσπάθησε να αναγεννήσει τις καλλιέργειες που οι γονείς του δεν είχαν πια χρόνο να φροντίσουν, ενώ συμπωματικά, την ίδια περίοδο γύρισε από το εξωτερικό και ο Χρήστος και ξεκίνησαν να κάνουν και πάλι παρέα.
«Γυρνώντας κάναμε και οι δύο ένα restart ασχολούμενοι με τις δουλειές των γονιών μας, αφού ήταν αυτό που ξέραμε ήδη να κάνουμε. Ο πατέρας μου είχε ένα μηχανουργείο, οπότε προσπαθούσα να δω τι θα κάνω με αυτό. Ωστόσο, δεν είχαμε κοινή ιδιοσυγκρασία σαν πατέρας με γιο, όσον αφορά το επαγγελματικό κομμάτι, δεν τα πολυβρίσκαμε», μου λέει ο Χρήστος, στην κουβέντα που είχαμε ένα πρωί στο Περί Γης Γλυφάδας.
Στο ίδιο μήκος κύματος βρισκόταν και ο Κώστας και κάπως έτσι, ανταλλάσσοντας τους προβληματισμούς τους, γεννήθηκε η ιδέα για ένα κοινό εγχείρημα, αυτό που θα τους έβγαζε από το αδιέξοδο. Και ποιο ήταν αυτό;
Με εμπειρία σε χώρους εστίασης και ορκισμένοι fans της υγιεινής διατροφής, αποφάσισαν να κάνουν μία δική τους επιχείρηση η οποία θα συνδυάζει την αγορά οπωροκηπευτικών (πράγμα που συνδεόταν άμεσα και με το background του Κώστα), προϊόντων υγιεινής διατροφής, αλλά και καφέ, ροφημάτων για πρωινό και ελαφριών γευμάτων.
Με σύμμαχό τους τη μητέρα γη, ξεκίνησαν το Περί Γης. Το 2016 πρώτα στη Βούλα, δειλά-δειλά οι δύο τους, με κανα φίλο να τους βοηθάει και αργότερα στο κέντρο της Γλυφάδας, με ένα δεύτερο, μεγαλύτερο κατάστημα, που πια αποτελεί αγαπημένο place to be για τους κατοίκους της περιοχής, συνήθως τις πρωινές ώρες.
Από το χωράφι στο μπολ
Όλα όμως ξεκίνησαν πολύ πιο λιτά και δύσκολα. Με χιλιάδες αναμνήσεις και γεγονότα για τα οποία τότε αγχώνονταν ή γίνονταν έξαλλοι, όμως τώρα τους κάνουν να γελούν με την ψυχή τους. Πώς όμως εμπνεύστηκαν το Περί Γης;
«Πήγαινα το πρωί στο χωράφι του Κώστα που μάζευε τα κολοκυθάκια, έτσι για παρέα για να τον βοηθήσω. Αφού λοιπόν τα φορτώναμε και τα πηγαίναμε για πώληση σε ένα μανάβικο, άρχισε να ωριμάζει η ιδέα. Θέλαμε να ανοίξουμε ένα μανάβικο να είναι κάπως πιο διαφορετικό, πιο μοντέρνο. Δεν θέλαμε να το ανοίξουμε στο Κορωπί γιατί είχαμε πάντα τάσεις φυγής από εκεί και η Βούλα ήταν μία περιοχή που ξέραμε από παιδιά γιατί βγαίναμε εκεί και θεωρήσαμε πως έχει πρόσφορο έδαφος για κάτι τέτοιο», εξομολογείται ο Χρήστος.
Το πρώτο μαγαζί όντως πήρε τη θέση του στη Βούλα. Σε λίγα τετραγωνικά, σε έναν χώρο όπου οι δυο τους τα έκαναν κυριολεκτικά όλα και ήταν μόλις 25 χρονών. Και όταν λέμε τα έκαναν μόνοι τους, εννοούμε και πριν καν μπει το κλειδί στην πόρτα τα πρωινά.
«Ήμασταν δύο τύποι με πλήρη άγνοια κινδύνου που λένε, πολύ νέοι, ορεξάτοι για δουλειά και δουλεύαμε σαν να μην υπήρχε αύριο. “Πάμε να το κάνουμε και ότι γίνει, γιατί αν δεν το κάνουμε θα μας μείνει σαν απωθημένο”, λέγαμε. Τουλάχιστον και να φάμε τα μούτρα μας, 25 χρονών είμαστε, θα τη βρούμε την άκρη».
Δούλευαν διπλές δουλειές, πούλησαν ένα αυτοκίνητο, τους βοήθησαν φίλοι, πήραν και κάτι οικονομίες. Από εκεί και πέρα, τα χέρια τους έπιαναν, που λέμε, οπότε ό,τι μπορούσαν το έφτιαξαν μόνοι τους, μέχρι και τα ηλεκτρικά και τα ηλεκτρολογικά του καταστήματος. Όπως είναι όμως λογικό, η σχέση τους με το επιχειρείν ήταν σχεδόν μηδαμινή.
«Ούτε για τα γραφειοκρατικά που χρειάζονται για να ανοίξεις ένα μαγαζί ξέραμε, ούτε είχαμε την εμπειρία του μανάβικου, ήταν όλο το πράγμα πολύ αγνό και θέλαμε να το πλάσουμε με τη δική μας αντίληψη, χωρίς να επηρεαστούμε από κανέναν. Το πιο λογικό θα ήταν να πηγαίναμε να δουλέψουμε πρώτα σε ένα μανάβικο να μάθουμε τη δουλειά και να κάνουμε το ίδιο, όμως δεν το θέλαμε. Είχαμε δει άλλα πράγματα στο εξωτερικό που μας άρεσαν και εκεί είχαμε βασιστεί».
Ξεκίνησαν με κάποια παραδοσιακά προϊόντα: παξιμάδια, ρύζια, φασόλια, κατά βάση από μικρούς παραγωγούς και βιολογικά, μετά πιο σύγχρονα προϊόντα και από εξωτερικό, αλλά πάλι όσον αφορά την υγιεινή διατροφή. Μπορεί να ήταν ρυζογκοφρέτες, μπορεί να ήταν φυστικοβούτυρα, αμυγδαλοβούτυρα που δεν υπήρχαν τότε από Έλληνες παραγωγούς και γενικά ό,τι κωδικούς μπορούσαν να βρουν σχετικά με την υγιεινή διατροφή. Και στη συνέχεια εντάξανε και το κομμάτι της εστίασης που συμπεριέλαβε χυμούς, smoothies, σαλάτες και κάποιες μπάρες.
Η ανταπόκριση σε μία «γυμναστηριακή» περιοχή
Τα τελευταία χρόνια τα healthy spots στην πόλη ολοένα και πληθαίνουν, αφού παρατηρείται μία τάση σε πιο υγιεινές διατροφικές επιλογές. Τα νότια προάστια και ειδικά η Βούλα και η Γλυφάδα είναι από αυτές τις περιοχές που «σηκώνουν» αρκετά πια εγχειρήματα όπως το Περί Γης, αφού το κοινό που γυμνάζεται τακτικά και ακολουθεί μία πιο υγιεινή διατροφή είναι μεγάλο. Βέβαια, στην αρχή, τα πράγματα δεν ήταν ακριβώς έτσι.
«Το 2016, όταν ανοίξαμε στη Βούλα, εκεί που ήμασταν δεν περνούσε ψυχή. Περνούσε ένα αυτοκίνητο ανά μισή ώρα. Πολύς κόσμος δεν ήξερε καν ότι υπήρχε αγορά σε αυτό το σημείο. Ο κόσμος λοιπόν ανταποκρίθηκε δειλά στην αρχή. Ήταν λίγο επιφυλακτικός, καχύποπτος κάποιες φορές, αλλά εμείς είχαμε τρελή όρεξη να αποδείξουμε ότι αξίζουμε, και δεν θέλαμε να κάνουμε ένα βήμα παραπάνω από αυτό που μπορούσαμε να υποστηρίξουμε. Θέλαμε οι σαλάτες να είναι ακριβώς όπως τις έχουμε σκεφτεί, όπως και όλα τα υπόλοιπα.
Σιγά σιγά κερδίσαμε κάποιους και μας διαφήμισαν από στόμα με στόμα. Κερδίσαμε σταθερούς πελάτες που έρχονταν όχι απλώς καθημερινά, αλλά μερικές φορές ακόμα και τρείς φορές την ημέρα. Δεν είχαμε μεγάλο πελατολόγιο, αλλά πελάτες που τους ξέραμε με το μικρό τους όνομα και τους βλέπαμε καθημερινά. Θα περνούσε κάποιος το πρωί να πάρει τον καφέ του ή τον χυμό του, το μεσημέρι τη σαλάτα του για να συνοδέψει το γεύμα του και το απόγευμα θα πέρναγε να πάρει την μαναβική του για το σπίτι. Κάποιοι μας έβλεπαν σιγά σιγά σαν δικούς τους ανθρώπους, μας έδιναν ιδέες για νέα προϊόντα και συνδυασμούς, όχι όμως για να μας κρίνουν, αλλά για καλό».
Μαγαζί που έγινε στέκι για φίλους και παρέα
Τι να πεις γι αυτά τα νέα παιδιά και την επιχείρηση που έστησαν από το 0, που έπρεπε να συντηρούν μόνοι τους, με μηδαμινή βοήθεια, είτε οικονομική είτε σε «χέρια»; Το Περί Γης έγινε για εκείνους δεύτερο σπίτι (ίσως και πρώτο). Στέγασε τη φιλία, τους προβληματισμούς, την κούραση αλλά και τις φιλοδοξίες τους, ακόμη και μερόνυχτα.
«Την εποχή εκείνη δουλεύαμε ο Κώστας και εγώ με έναν βοηθό. Καμιά φορά είχαμε τόση δουλειά που κοιμόμασταν και στο μαγαζί, για να μην πηγαινοερχόμαστε. Και φυσικά το budget μας ήταν μηδενικό. Οπότε με το που ανοίξαμε, ο βασικός μας στόχος ήταν να το κρατήσουμε ανοιχτό. Τόσο απλά. Δεν υπήρχε περιθώριο για έξοδα. Ούτε καν για φυσιολογική ζωή. Η μέρα άρχιζε 7 το πρωί, μέχρι όσο πάει το βράδυ, 11-12, μέχρι τέρμα. Και ξανά το ίδιο. 7 στα 7 και αυτό για πάρα πολύ καιρό.
»Ειδικά τις πρώτες μέρες, κάναμε κάτι ταμεία, 10-12 ευρώ, με το ζόρι μέχρι τα 20 ευρώ. Αρχίσαμε και delivery, μόνοι μας βέβαια, μέχρι που κάτι φορές μέναμε από βενζίνη στο δρόμο. Το καλό ήταν ότι δεν πεινάσαμε, αφού είχαμε για να φάμε στο μαγαζί. Βέβαια κρύα πιάτα, δεν είχαμε ζεστά, οπότε όταν πηγαίναμε Κορωπί στις μανάδες μας τρώγαμε κανα ζεστό φαγητό και νομίζαμε ότι ζούσαμε στον παράδεισο!».
Όπως εξηγούν όμως, νιώθουν πάρα πολύ τυχεροί για όσους ήταν δίπλα τους και τους βοήθησαν στην πράξη. «Είχαμε πολλούς φίλους που έρχονταν και κάθονταν με τις ώρες στο μαγαζί για να μας κάνουν παρέα και κάπως έτσι, νιώθαμε λίγο σαν να έχουμε βγει μαζί τους έξω. Όχι μόνο αυτό όμως. Βοηθούσαν στο ξεφόρτωμα και στο στήσιμο χωρίς καν να τους το ζητήσουμε. Αυτό δεν θα το ξεχάσουμε ποτέ», λέει συγκινημένος ο Χρήστος.
Ένα αξέχαστο καρπούζι
«Την πρώτη μέρα που ανοίξαμε, χρειάστηκε να φύγει ο Κώστας να πάει στη λαχαναγορά με τον πατέρα του και κάποια στιγμή ήρθε ένα ζευγάρι ηλικιωμένων, των οποίων το σπίτι ήταν στα 100 μέτρα από εδώ. Ήθελαν ένα καρπούζι και με ρώτησαν αν μπορούσα να τους το πάω εγώ. “Εδώ απέναντι μένουμε”, μου είπαν. Δεν μπορούσα να μην τους εξυπηρετήσω. Βέβαια, μόνος μου στο μαγαζί. «Το έβαλα σε μια σακούλα, το πήγα με τα πόδια, ντυμένος με την ποδιά μου και παρακαλούσα να προλάβω και να μην μπει πελάτης και βρει ένα άδειο μαγαζί, πρώτη μέρα λειτουργίας. Περπατούσα, περπατούσα, τους πήρα τηλέφωνο και τους λέω "πού είναι το σπίτι τελικά;". Να εδώ στην πολυκατοικία. Ε, όπως καταλαβαίνεις δεν ήταν τόσο κοντά τελικά. Περπατούσα όσο πιο γρήγορα μπορούσα, έριχνα κλεφτές ματιές πίσω μου να δω μην πάει κανείς στο μαγαζί και με είχε λούσει κρύος ιδρώτας. Έτσι βιαστικός όπως ήμουν, χτύπησα κατά λάθος το καρπούζι σε μια χτιστή ζαρντινιέρα, έκανε τρύπα και άρχισε να τρέχει το ζουμί. Το γύρισα από την άλλη για να μην το δουν. Δεν υπήρχε περίπτωση να το πετάξω ή να δώσω κι άλλο δώρο. Ένα καρπούζι είχαμε πουλήσει όλο κι όλο. Πάει το μεροκάματο. Ευτυχώς όλα καλά, γύρισα στο μαγαζί τρέχοντας. Φυσικά και δεν είχε πατήσει άνθρωπος πρώτη μέρα!».
Με στόχο τη βιωσιμότητα
«Δεν μας αρέσει να πετάμε. Δηλαδή μια υπερώριμη μπανάνα που δεν θα την έπαιρνες, δεν θα την πετάξουμε, για εμάς είναι χαρά να την χρησιμοποιήσουμε σε χυμό ή σε ένα smoothie για να έχει πιο ωραία γεύση». Για τον Χρήστο και τον Κώστα η βιωσιμότητα είναι στόχος, όπως και το να μυήσουν το κοινό στις δικές τους καθημερινές διατροφικές συνήθειες, χωρίς βέβαια να παριστάνουν τους ειδικούς διατροφολόγους.
«Προσπαθούμε να έχουμε στο μαγαζί πολύ βασικά πράγματα μιας καλής διατροφής, που λίγο- πολύ όλοι ξέρουμε. Φρούτα και λαχανικά, συνδυαστικά με κάποιο κρέας, ξηρούς καρπούς, βούτυρα καρπών, ωμοφαγικές μπάρες και άλλα τέτοια προϊόντα. Όταν λοιπόν έχεις έρθει, εδώ, έχεις πιει τον καφέ σου, τον έχεις συνδυάσει με ένα φρούτο αντί να φας μια τυρόπιτα και έχεις ψωνίσει παράλληλα τα λαχανικά σου, έχουμε φτιάξει ήδη μαζί τη μισή σου βάση της ημέρας, χωρίς να είμαστε ειδικοί».
Τι θα βρεις στο Περί Γης
Στο Περί Γης θα βρεις ό,τι έχει να κάνει με υγιεινή διατροφή, τόσο για να το πάρεις σπίτι, μέχρι και για να φας ένα καλό πρωινό ή μεσημεριανό που θα αποτελέσει ένα ευχάριστο διάλειμμα μεταξύ των υποχρεώσεών σου. Ειδικά στο κατάστημα της Γλυφάδας, που στο πίσω μέρος του κρύβει έναν δροσερό κήπο για να απολαύσεις τον καφέ ή το φαγητό σου.
Μετά, θα κάνεις και τα ψώνια σου. Εκεί θα βρεις από μαναβική, μέχρι προϊόντα delicatessen, πάντα σε healthy φιλοσοφία: βούτυρα καρπών, vegan ροφήματα, ζυμαρικά, δημητριακά, μπάρες που φτιάχνουν εκεί, ξηρούς καρπούς, μικρές λιχουδιές και πολλά ακόμη και βέβαια ελαφριά κρύα γεύματα, νόστιμες σαλάτες, acai bowls και φυσικά τα άπαιχτα smoothies και τους χυμούς τους που αποδεικνύουν ότι υγιεινό δεν σημαίνει και άνοστο. Αντίστοιχο μαγαζί θα βρεις και στη Βούλα, στην οδό Λεωφόρος Βασ. Παύλου 105, με τηλ. 210-89.94.457 όπου πάλι μπορείς να απολαύσεις τις διάφορες νοστιμιές, αλλά και να αγοράσεις τα αγαπημένα σου προϊόντα για το σπίτι.
Περί Γης
Γιαννιτσοπούλου 1, Γλυφάδα
Τηλέφωνο: 210-8948502
Ωράριο Λειτουργίας: Δευτέρα - Κυριακή 08:00-22:00