Ξεφυλλίζω το Savor Greece, το δεύτερο βιβλίο του που είναι γραμμένο στα αγγλικά και συνειδητοποιώ πως ο Τόνυ δεν έχει συμπεριλάβει μόνο πολύ ιδιαίτερες συνταγές, μοιράζεται φωτογραφίες ανθρώπων και ιστορίες προσωπικές, αλλά και από φίλους που έκανε δουλεύοντας γι’ αυτό, πληροφορίες για τα σπάνια προϊόντα και ξεχωριστές παρασκευές του τόπου μας, που γνωρίζουν λίγοι Έλληνες και ελάχιστα έως καθόλου οι ξένοι. Και όλα αυτά μόνος του. Μα πώς τα έκανε; Καλύτερα να το πάρω από την αρχή.
Ο Τόνυ Καβαλιέρος σήμερα ζει μεταξύ Αθήνας και ΗΠΑ, όμως γεννήθηκε στο Κάιρο από Έλληνες γονείς που επίσης είχαν γεννηθεί εκεί. Οι παππούδες του είχαν φτάσει μετανάστες στην Αίγυπτο το 1920. Όταν έκλεισε τα πέντε του χρόνια, οι γονείς του τον έστειλαν στην Αθήνα, σε ελληνικό σχολείο για να μάθει ελληνικά. Όταν το τελείωσε αποφάσισε πως ήθελε να γίνει μάγειρας όπως ο παππούς του, ο οποίος διατηρούσε στο Κάιρο για σαράντα επτά ολόκληρα χρόνια ένα από τα καλύτερα ελληνικά εστιατόρια. Στόχος του ήταν να σπουδάσει μαγειρική σε κάποια αγγλόφωνη χώρα, οπότε έκανε αίτηση εισαγωγής σε πανεπιστήμια που βρίσκονταν όπου είχε κάποιο θείο.
Ένα από αυτά βρισκόταν στη Νότια Αφρική όπου και πήγε τελικά γιατί ήταν οι πρώτοι που τον δέχτηκαν, αν και είχε κάνει αιτήσεις σε Αγγλία και Αυστραλία επίσης. Το αρχικό πλάνο προέβλεπε δύο, όμως τελικά έμεινε είκοσι χρόνια στο Γιοχάνεσμπουργκ, όπου έγινε μόνιμος κάτοικος, δούλεψε, έκανε δικό του εστιατόριο, παντρεύτηκε και απέκτησε την πρώτη από τις δύο κόρες του. Το 1994 ήρθε στην Ελλάδα, έκανε δικές του δουλειές, catering, εστιατόριο, το Chef in love - ένα εξειδικευμένο βιβλιοπωλείο και σεμιναριακό κέντρο για μαθήματα μαγειρικής.
Στην Αμερική
Το 2008 το Chef in love μεταφέρθηκε στην Εμμανουήλ Μπενάκη και το 2010 έγραψε στα ελληνικά το πρώτο του βιβλίο «Συνταγές από 21 χώρες». Το 2014 έφυγε για Αμερική και κάπου εκεί τον έχασα. Τότε το βιβλιοπωλείο πέρασε στα χέρια της Κέλλης, που την είχε πάντα δίπλα του και μετονομάστηκε σε Cookbook store, όπου μπορούμε να προμηθευτούμε και το τελευταίο του βιβλίο που έγινε αφορμή να ξανασυναντηθούμε. Στην Αμερική δούλεψε σαν σύμβουλος σε ελληνικά εστιατόρια εστίασης και σαν δάσκαλος μαγειρικής. Εκεί μάθαινε στους Έλληνες μαγείρους ελληνική κουζίνα, γιατί δυστυχώς δεν ξέρουν τίποτα και για κάποιο διάστημα εργάστηκε στο Nostos του Πάνου Παγώνη, ένα εξαιρετικό ελληνικό εστιατόριο στη Virginia.
Ύστερα ήρθε ο covid…
Αργότερα δούλεψε σε ένα άλλο εστιατόριο στη Νέα Υόρκη, όπου τον βρήκε ο covid και βρέθηκε κλεισμένος για 3 μήνες σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου. Τον είχε πιάσει τρέλα που δεν μπορούσε να μαγειρέψει και άρχισε να σκαρφίζεται διάφορα κόλπα μόνο και μόνο για να εμπλακεί ξανά με τη μαγειρική. Αγόρασε κάμερες και τρίποδα και αναζήτησε φίλους του σε διάφορα μέρη του κόσμου - στην Ελλάδα, στη Γερμανία, στην Κύπρο, στην Αγγλία, στη Νότια Αφρική - που και αυτοί όπως εκείνος ήταν κλεισμένοι κάπου και τους ρώτησε τι θα ήθελαν να μάθουν να μαγειρεύουν για να τους το κάνει σαν σεμινάριο. Για να συμμετάσχουν θα έπρεπε να έχουν και αυτοί κάμερες.
Το είπε και το έκανε. Μάλιστα του έδωσε και όνομα. Το είπε το σεμινάριο της πολυθρόνας - the couch seminar. Εκείνος καθόταν στην πολυθρόνα του στη Νέα Υόρκη και αφού είχε στείλει στους άλλους τη λίστα των υλικών της συνταγής για να τα αγοράσουν, τους έδινε μέσω κάμερας αναλυτικές οδηγίες πώς να τη μαγειρέψουν. Όλο αυτό σιγά - σιγά ξεκίνησε να το μοντάρει και να το ανεβάζει στο YouTube. Αυτή ήταν απλώς η αρχική του ιδέα. Η δεύτερη ήταν τα ταξίδια. Περίμενε πώς και πώς να τελειώσει η καραντίνα έτσι ώστε να μπορέσει να ταξιδέψει στην Ελλάδα. Δεν τον κρατούσε πια τίποτα...
Ταξίδια με γεύση Ελλάδας
Όταν άνοιξαν τα σύνορα και μπορούσε, άρχισε να ταξιδεύει σε όλη την Ελλάδα για να μαζέψει συνταγές παραδοσιακές, μα πάνω απ’ όλα αυθεντικές. Όχι τίποτα μουσακάδες, αληθινές συνταγές. Πρώτον για να δουν οι ομογενείς στην Αμερική τι σημαίνει ελληνική κουζίνα και ύστερα όλοι οι υπόλοιποι επισκέπτες του νέου καναλιού του στο YouTube, που το ονόμασε «Savor Greece».
Γύρισε όλη την Ελλάδα και ανακάλυψε ανθρώπους και συνταγές μοναδικές. Και όλα αυτά τα βιντεοσκόπησε, τα μοντάρισε και έγιναν 100 επεισόδια περίπου. Θα ήταν μεγάλη παράλειψη να μην αναφέρω πως έκανε τα πάντα μόνος του, από την οργάνωση, την κάμερα, τις φωτογραφίες, μέχρι το μοντάζ και τα γραφικά. Και όταν τον φρενάρισε ένα πρόβλημα υγείας και δυσκόλεψαν οι μετακινήσεις και τα ταξίδια, αποφάσισε να κάνει ένα βιβλίο με πολύ αυστηρή επιλογή ιδιαίτερων συνταγών που γνώρισε σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Δεν μπορούσε να τις συμπεριλάβει όλες, θα ήταν πολύ υψηλό το κόστος.
Ένα ξεχωριστό βιβλίο
Διαβάζω εξαιρετικές συνταγές για ντάκο κρητικό, για παστέλι, για ακούμια από τη Ρόδο, για σύγκλινο Μάνης, για μπουζοπούλα, τις οποίες όπως μου περιγράφει είναι όλες τους συνταγές που τις έζησε και ο ίδιος. Διακρίνω μια κάποια μεγαλύτερη αγάπη στην Κρήτη, ιδιαίτερα στη Σητεία και μου εξηγεί πως εκεί έχει δημιουργήσει ιδιαίτερες σχέσεις με τους ανθρώπους γιατί είναι το πρώτο μέρος που ταξίδεψε, όταν υπήρχε ακόμα lockdown και χρειάστηκε ειδική πρόσκληση από το Δήμαρχο της πόλης για να φτάσει ως εκεί. Δεν ήταν μόνο η δική του χαρά τεράστια, αλλά και των ανθρώπων εκεί, που τον καλοδέχτηκαν με αξέχαστα γλέντια, ολόκληρες ορχήστρες από όργανα και φυσικά με υπέροχα σπιτικά φαγητά. Ήταν όλοι τόσο διψασμένοι για χαρά και συναναστροφή. Είχε προγραμματίσει να πάει για 10 μέρες, όμως έμεινε 3 εβδομάδες, βιώνοντας αξέχαστες εμπειρίες και γνωρίζοντας υπέροχους ανθρώπους!
Η μεγάλη αγάπη για τη Σητεία
«Ακόμη μετανιώνω που πήγα πρώτα στη Σητεία, έπρεπε να την αφήσω για το τέλος, γιατί μετά έγινα παράξενος. Όπου πήγαινα έβλεπα μόνο τα στραβά και την αναπολούσα. Γενικότερα, θεωρώ πως η Κρήτη είναι η ελληνική κουζίνα γιατί έχει δεχτεί τις λιγότερες επιρροές από όλες τις άλλες τοπικές ελληνικές κουζίνες που έχουν επιρροές από την ποντιακή, την πολίτικη, τη σμυρναίικη, τη σεφαραδίτικη, την ιταλική» καταλήγει.
...και μια αξέχαστη εμπειρία
Η Ζαμπία από την Κρήτη θα τον βοηθούσε να κάνει το επεισόδιο στο οποίο θα μιλούσαν για τα άγρια βότανα της Κρήτης. Ήταν μια γυναίκα γύρω στα 70, λεπτή, αεικίνητη και ανέβαινε τα βουνά σαν το κατσίκι. «Μου βγήκε η γλώσσα για να την προλάβω. Ήρθε κάποια στιγμή με μια πράσινη μπίλια στο χέρι και την έβαλε το δικό μου. "Φάτο, φάτο", μου είπε. "Τι να φάω, έχει χνούδι", της είπα. "Καθάρισέ το", μου απάντησε. Το καθάρισα, έμεινε ένα άσπρο πραγματάκι σαν μακαντέμια και το έβαλα στο στόμα. Τρελάθηκαν οι γευστικοί μου κάλυκες και ένιωσα να αλλάζει η ζωή μου σαν μάγειρας. "Τι είναι, τι είναι"; με ρώτησε. Κατάλαβα την έντονη γεύση αλλά δεν μπορούσα να εντοπίσω την προέλευση. Ήταν το μήλο της φασκομηλιάς, ο καρπός της. Τρελάθηκα! 51 χρόνια μάγειρας πρώτη φορά στη ζωή μου ένιωθα τέτοιο πράγμα. Αυτή η καρποφορία είναι πολύ σπάνια και κρατά για μια εβδομάδα περίπου. Πρέπει να ξέρουν πότε και πού θα βρουν αυτούς τους καρπούς γιατί δεν βγαίνουν παντού. Και όταν τους μαζέψουν τους βάζουν στην κατάψυξη και τους ξύνουν πάνω από σαλάτες και από σάλτσες. Στην Κρήτη βρήκα πρωτόγνωρα πράγματα. Για να μου δείξουν πώς γίνονται οι ντάκοι, μου έφτιαξαν 77 φραντζόλες του κιλού!», μου εξομολογείται.
Σε ποια άλλα μέρη πήγε; Ξάνθη, Κιλκίς, Θεσσαλονίκη, Γιάννενα, Μετέωρα, Καλαμπάκα, Μεσόγεια Αττικής, Πελοπόννησο, Μύκονο, Πάρο, Κεφαλονιά. Την τακτική του one man show ακολούθησε και για τη δημιουργία του βιβλίου του όπως και για τα βίντεο στο κανάλι του. Διαβάζω το όνομά του δίπλα από κάθε credit, μέχρι και στο στήσιμο του βιβλίου. Επίσης, έχει ήδη στα σκαριά και καινούριο βιβλίο. Αυτός είναι ο Τόνυ Καβαλιέρος, αιώνια ερωτευμένος σεφ με τη μαγειρική, με την Ελλάδα και τις γεύσεις της, Η χαρά της ζωής και της δημιουργίας προσωποποιημένη!
Το βιβλίο Savor Greece είναι γραμμένο στην αγγλική γλώσσα, κυκλοφόρησε στην Αμερική τον Ιούνιο και διατίθεται μέσω Amazon και greekbooksflorida.com, ενώ στην Ελλάδα το βρίσκουμε στο Cookbook store στην Εμμ. Μπενάκη και στο skroutz.gr