
Η πλέον γνωστή σε όλους κετογονική διατροφή έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον των ερευνητών τα τελευταία χρόνια. Η βασική διαφορά της με άλλα διατροφικά πρότυπα είναι ότι περιορίζουμε πολύ την κατανάλωση υδατανθράκων και τη διατηρούμε σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Η πρωτεΐνη ορίζεται περίπου στο 1 γρ. ανά κιλό σωματικού βάρους την ημέρα και οι υπόλοιπες αρκετές θερμίδες καλύπτονται από λίπος. Πρόκειται δηλαδή για ένα σχήμα με πολύ λίγους υδατάνθρακες και πολύ λίπος.
Η επίδραση της κετογονικής στον οργανισμό
Στόχος της δίαιτας αυτής είναι να προκαλέσει κέτωση. Τι είναι όμως η κέτωση; Υπό κανονικές συνθήκες, το σώμα βασίζεται κυρίως στους υδατάνθρακες για την παραγωγή ενέργειας. Όταν όμως δεν υπάρχει αυτό το διαθέσιμο καύσιμο από την τροφή και εξαντληθεί και το αποθηκευμένο γλυκογόνο, το λίπος γίνεται το πιο άμεσα διαθέσιμο καύσιμο. Διασπάται σε ελεύθερα λιπαρά οξέα και τελικά παρέχει τις ενώσεις - πρώτη ύλη για την παραγωγή κετονών. Οι κετόνες χρησιμοποιούνται ως καύσιμο για διάφορες λειτουργίες.
Πώς συμβάλει στην απώλεια βάρους
Το πρωτόκολλο της κετογονικής διατροφής μελετάται σε διάφορες πτυχές της υγείας. Υπάρχουν δεδομένα που δείχνουν εντυπωσιακή βραχυπρόθεσμη απώλεια βάρους. Ωστόσο, οι περισσότερες αναλύσεις δείχνουν ότι η μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα της κετογονικής δεν διαφέρει από άλλες υποθερμιδικές δίαιτες. Αυτό ίσως οφείλεται στη δυσκολία μακροχρόνιας τήρησης ενός τέτοιου περιοριστικού διατροφικού μοτίβου.
Επιπλέον, μέρος του βάρους που χάνεται κατά την οξεία περίοδο της κετογονικής δίαιτας μπορεί να σχετίζεται με απώλεια νερού, παρά με πραγματική απώλεια λίπους. Έτσι, τα εντυπωσιακά βραχυπρόθεσμα νούμερα στην απώλεια βάρους μπορεί να είναι λόγω αυτού αυξημένα.
Η επίδραση της κετογονικής δίαιτας στην υγεία
Η μακροπρόθεσμη ασφάλεια και επίδραση της κετογονικής διατροφής στην υγεία ακόμα μελετάται. Οι περισσότερες έρευνες μιλούν για βραχυπρόθεσμα οφέλη και παρουσιάζουν αμφιλεγόμενα αποτελέσματα.
Για τους ασθενείς με διαβήτη τύπου 2, πιθανά οποιαδήποτε απώλεια βάρους που επιτυγχάνεται με την κετογονική δίαιτα να έχει θετική επίδραση στην εξέλιξη της νόσου και τη γλυκαιμία, ενώ σχετικά με το λιπιδαιμικό προφίλ, οι μελέτες δείχνουν γενικά βελτίωση στην HDL και τα τριγλυκερίδια, αλλά η απόκριση της LDL είναι μεταβλητή. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε σημαντική διαφορά στο περιεχόμενο και την ποιότητα της διατροφής του κάθε ατόμου. Και αυτό γιατί μία δίαιτα τόσο υψηλή σε λίπος, χωρίς την κατάλληλη καθοδήγηση, μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλη κατανάλωση κορεσμένου λίπους.
Όσοι πάντως ενδιαφέρονται να ακολουθήσουν τη δίαιτα keto θα πρέπει να λαμβάνουν την κατάλληλη συμβουλευτική και εξατομίκευση, προκειμένου να ενθαρρύνονται να περιορίζουν τα κορεσμένα λιπαρά και να διασφαλίζουν επαρκή κατανάλωση φρούτων και λαχανικών για να διατηρηθεί η πρόσληψη μικροθρεπτικών συστατικών και φυτικών ινών.
Περισσότερα στο: www.dietstories.gr