Ας πούμε την αλήθεια, μόλις καταφέρουμε να λύσουμε τον γόρδιο δεσμό της μεταφοράς και της διαμονής σε μία μεγάλη πόλη όπως το Παρίσι – και φυσικά το κόστος που συνεπάγεται αυτών – η επόμενη σκέψη είναι σίγουρα τα μέρη στα οποία θα φάμε κατά τη διάρκεια της διαμονής μας.
Και σε εκείνο το σημείο ίσως έρχεται ένα ακόμη challenge, αυτό της κράτησης. Και όσο για το Παρίσι, όπως εξομολογείται σε άρθρο της στο Washington Post με βάση τη δική της εμπειρία η συντάκτρια Helen Chandler-Wilde, η μεγαλύτερη δυσκολία για κράτηση δεν αφορούσε κάποιο μισελενάτο εστιατόριο ή την πιο hot νέα άφιξη στην πόλη του φωτός, αλλά ένα εστιατόριο μέσα στην Disneyland, το Bistrot Chez Rémy, το οποίο αποτελεί έναν φόρο τιμής στο Ratatouille, την επιτυχημένη ταινία κινουμένων σχεδίων της Pixar του 2007 που ακολουθεί τις περιπέτειες του δημοφιλούς μάγειρα-αρουραίου.
Σε αντίθεση με πολλά παριζιάνικα εστιατόρια, δέχεται ελάχιστες επισκέψεις επειδή η ζήτηση είναι τόσο μεγάλη. Στην πραγματικότητα, 2 μήνες πριν το ταξίδι της Chandler-Wilde, όλα τα τραπέζια ήταν ήδη κρατημένα και η μόνη κράτηση που μπορούσε να γίνει ήταν για μεσημεριανό γεύμα και μάλιστα μία καθημερινή.
Το μαγικό σκηνικό
Το σκηνικό του εστιατορίου είναι η Place de Rémy, στο Parc Walt Disney Studios της Disneyland. Η μικρογειτονιά που έχει στηθεί αποτελείται από το μπιστρό, ένα κατάστημα δώρων και μία μικρή διαδρομή για βόλτα που ονομάζεται l'Aventure Totalement Toquée de Rémy. Κατασκευάστηκε το 2014 μετά την επιτυχία της ταινίας, η οποία συγκέντρωσε περισσότερα από 600 εκατομμύρια δολάρια στο box office.
Η τοποθεσία του Chez Rémy είναι μια από τις λιγότερο φανταστικές περιοχές της Disneyland, ομολογουμένως. Μια πλακόστρωτη πλατεία σχεδιασμένη που μοιάζει με παριζιάνικη, περιτριγυρισμένη από κτίρια. Στην πραγματική πόλη του Παρισιού, βλέπεις αμέτρητες φορές αυτή την εικόνα και μάλιστα δωρεάν, τη στιγμή που για να μπεις στον κόσμο του Ratatouille πρέπει να πληρώσεις εισιτήριο που σίγουρα ξεπερνά τα 50 ευρώ.
Η θεματική του παριζιάνικου μπιστρό γίνεται ακόμη πιο έντονη όταν μπαίνεις στο φουαγιέ του εστιατορίου, όπου οι τοίχοι είναι διακοσμημένοι με πορτρέτα των βασικών χαρακτήρων της ταινίας και βραβεία για τον φανταστικό σεφ Auguste Gusteau.
Σε έναν σύντομο διάδρομο, αρχίζει η μαγεία της Disney. Τα πλακάκια του δαπέδου αλλάζουν ξαφνικά από το μέγεθος της γροθιάς σε πολύ μεγαλύτερα και το μοτίβο της ταπετσαρίας γίνεται πιο πλατύ και ψηλό. «Σε μια στιγμή αισθανθήκαμε σαν να είχαμε συρρικνωθεί στο μέγεθος των αρουραίων του Ratatouille», λέει η Chandler-Wilde.
Η τραπεζαρία είναι έξυπνα σχεδιασμένη για να ενισχύει αυτή την ψευδαίσθηση. Ορισμένα τραπέζια είναι σαν μικροί θάλαμοι, που χωρίζονται από γιγαντιαία πιάτα για να κάνουν τους πελάτες να νομίζουν ότι κρύβονται ανάμεσα στα πιάτα που στεγνώνουν δίπλα στον νεροχύτη. Άλλα τραπέζια είναι στρογγυλά, φτιαγμένα έτσι ώστε να μοιάζουν με καπάκια για βάζα μουστάρδας ή μαρμελάδας.
Οι καρέκλες είναι διαμορφωμένες έτσι ώστε να μοιάζουν σαν να κάθεσαι πάνω σε ένα plaque de muselet, δηλαδή το στρογγυλό μεταλλικό καπάκι που ασφαλίζει τον φελλό σε ένα μπουκάλι σαμπάνιας, ενώ ορισμένα τραπέζια έχουν γιγάντιες ομπρέλες σαν αυτές που βάζουμε για διακόσμηση στα κοκτέιλ.
Το μενού
Το εστιατόριο σερβίρει ένα μενού δύο ή τριών πιάτων με 40 ή 55 ευρώ, αντίστοιχα, σύμφωνα με όσα γράφει η συντάκτρια του Washington Post, με διάφορες επιλογές για το κάθε στάδιό του, συμπεριλαμβανομένων επιλογών για χορτοφάγους.
Η Chandler-Wilde αναφέρει ότι το ορεκτικό της ήταν μια σαλάτα με αχλάδι, μπλε τυρί και ξηρούς καρπούς, ένας κλασικός, όπως λέει, συνδυασμός που θα μπορούσε να λειτουργήσει καλά και χωρίς το κρύο και περιττό αυγό ποσέ στην κορυφή.
Στις επιλογές της ήταν επίσης μια απλή, κρεμώδης και πολύ καλή σούπα πράσινων φασολιών, η οποία συνοδεύτηκε από μια έκπληξη: αντί για κρέμα γάλακτος στην κορυφή, κάθε μπολ περιλάμβανε ένα τρίγωνο μαλακού τυριού, μια πινελιά που της θύμισε την παιδική της ηλικία.
Οι επιλογές για το κυρίως πιάτο περιλάμβαναν κυρίως κρεατικά, όπως μπριζόλα, ψητό κοτόπουλο αλλά και στιφάδο λαχανικών, ωστόσο η ίδια παραδέχεται ότι υπήρχε μόνο ένα πράγμα που ήθελε να παραγγείλει: τον μπακαλιάρο. Έρχεται στο τραπέζι σερβιρισμένος με πουρέ πατάτας, σάλτσα beurre blanc και ...το ομώνυμο ρατατούι. Αν έχεις δει την ταινία, θα γνωρίζεις τη σημασία αυτού του πιάτου για την πλοκή, αφού πρόκειται για το φαγητό που κερδίζει τον δύσπιστο κριτικό τροφίμων Anton Ego μεταφέροντάς τον στην παιδική του ηλικία.
Το ρατατούι ήταν επίσης καλό: η μελιτζάνα, η κολοκύθα και η ντομάτα ήταν ψιλοκομμένα και μαγειρεμένα με μυρωδικά, όλα τρυφερά και νόστιμα.
Τα επιδόρπια επιλέχθηκαν από έναν πάγκο που είχε σχήμα γιγαντιαίου τενεκέ ζάχαρης. Η μους σοκολάτας είχε πλούσια γεύση και αφράτη, ελαφριά υφή. Στις επιλογές ήταν επίσης ένα εκλέρ-κλασικό, εκτός από τα σχέδια αρουραίου που διακοσμούν το γλάσο σοκολάτας (είναι πιο χαριτωμένο από ό,τι ακούγεται). Δυστυχώς, όμως όπως διαπίστωσε η Chandler-Wilde, το choux ήταν συμπαγές και ξηρό, οπότε μια μπουκιά ήταν αρκετή.
Το κρασί είναι αξιοπρεπές και όχι πολύ ακριβό, και το service καλό και στα δεδομένα των παριζιάνων.
Το συμπέρασμα
Αξίζει τελικά μία επίσκεψη στο Bistrot Chez Rémy; Το γεύμα για τρία άτομα κόστισε περίπου 220 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του κρασιού.
Δεδομένης της μεγάλης ζήτησης για τραπέζια μάλλον η τιμή είναι λογική, απλώς ελαφρώς ακριβότερο από το να φας σε μια μπρασερί μέσης τάξεως στο κέντρο του Παρισιού.
Και αξίζει τελικά η εμπειρία αυτή την ταλαιπωρία για να βρεις τραπέζι; Για το φαγητό και μόνο, μάλλον όχι. Αλλά κανείς δεν πηγαίνει στην Disneyland για το φαγητό. Το νόημα είναι να συμμετέχουν ενήλικες και παιδιά σε έναν προσωρινό φανταστικό κόσμο που έχει ξεπηδήσει από ταινίες κινουμένων σχεδίων και ιστορίες αγαπημένων ηρώων γεμάτες μαγεία.
Και το παράδοξο του εστιατορίου είναι ότι βρίσκεσαι ήδη στη Γαλλία, με δεκάδες γνήσια γαλλικά εστιατόρια να περιβάλλουν το πάρκο της Disneyland και τα καλύτερα στον κόσμο να βρίσκονται μόλις 45 λεπτά μακριά, στο Παρίσι, κι όμως, στο εστιατόριο βρίσκεσαι σε ένα Παρίσι που έχει βγει από τη φαντασία, από την ταινία του Ratatouille. Και αν λάβεις υπόψιν σου τα παραπάνω και πας συνειδητοποιημένος, αξίζει μία ευκαιρία.
Πηγή: The Washington Post