Τον γνώρισα πριν χρόνια σαν διευθυντή του εστιατορίου Σπονδή στο Παγκράτι και από τότε τον έχω στην καρδιά μου σαν έναν άνθρωπο ξεχωριστό, καλλιτέχνη σε ό,τι κι αν καταπιάνεται. Στο θέατρο, τη μουσική, τη φωτογραφία, το styling, τη γυμναστική, τη μαγειρική, τη διακόσμηση, την εστίαση. Πολυεργαλείο σαν να λέμε. Θεσσαλονικιός στην καταγωγή, μπορεί να άφησε πίσω την πατρίδα του, όχι όμως και τη σαλονικιά προφορά του. Αυτό το «λου» του που το προφέρει πάντα τρανταχτό και παχύ με τρελαίνει και τον αγαπώ διπλά. Πίσω του άφησε και το επάγγελμα του ηθοποιού και αφοσιώθηκε ψυχή τε και σώματι στην εστίαση. Πράγματι, ο Ευριπίδης ξέρει ακριβώς πώς να συντονίσει ένα ολόκληρο εστιατόριο και πώς να σε φροντίσει με τον καλύτερο τρόπο. Γιατί το ζητούμενό του είναι να σε κάνει να νιώσεις βασιλιάς στο χώρο του, γιατί έτσι είναι και ο ίδιος, κιμπάρης! 

Οι σπουδές στην υποκριτική

Σπούδασε θέατρο στη σχολή Κατσέλη και όντας ακόμα φοιτητής ξεκίνησε να εργάζεται στο Ελεύθερο Θέατρο με το Λευτέρη Βογιατζή. Στη συνέχεια, έκανε ένα πέρασμα από το τραγούδι πλάι στην Άλκηστη Πρωτοψάλτη και την Ελευθερία Αρβανιτάκη. Όμως το να κλείνει δουλειές 2 φορές το χρόνο ήταν τεράστιο άγχος για εκείνον όπως συμβαίνει με όλους τους ηθοποιούς που τη μια μέρα εισπράττουν το μεγαλύτερο χειροκρότημα επί σκηνής και με το που πέφτει η αυλαία της σεζόν την ίδια στιγμή μένουν άνεργοι και αρχίζουν να αναζητούν εργασία για την επόμενη. Έτσι, ενώ δούλευε ακόμη ως ηθοποιός ξεκίνησε να εργάζεται περιστασιακά και στην εστίαση.  

Ευριπίδης Αποστολίδης

Και από εκεί στα πιο γνωστά εστιατόρια 

Το πρώτο μαγαζί που δούλεψε ως σερβιτόρος ήταν ένα bar-restaurant, το «Public» πίσω από το Hilton όπου μαγείρισσα ήταν η αείμνηστη Εύη Βουτσινά από την οποία πήρε και τα πρώτα του μαθήματα μαγειρικής γιατί τις Δευτέρες έκανε το ρεπό της στην κουζίνα. Στη συνέχεια «1900» σε Αθήνα και Μύκονο, «Deals» Ψυχικού ως υπεύθυνος και τέλος Σπονδή ως διευθυντής πια. Η γνωριμία και η συνεργασία του με τον Απόστολο Τραστέλη για 17 ολόκληρα χρόνια ήταν ένα σπουδαίο επαγγελματικό σχολείο, που του έδωσε την ευκαιρία να συνεργαστεί με τεράστιους μαγείρους, ζαχαροπλάστες, σομελιέ και ανθρώπους της σάλας που σήμερα μεσουρανούν επαγγελματικά, στον τομέα του ο καθένας. 

Η συνάντηση στη Μαραθιά 

Φέτος το καλοκαίρι τον συνάντησα στη Μαραθιά. Γιατί τα τελευταία 6 χρόνια ο Ευριπίδης Αποστολίδης έχει γίνει μόνιμος κάτοικος Τήνου. Όμως το πιο σημαντικό δεν είναι ότι έγινε Τηνιακός, αλλά ότι νιώθει έτσι. Στην Τήνο έφτιαξε τη δική του ρίζα, κάτι που ποτέ δεν ένιωσε όσα χρόνια ζούσε στην Αθήνα. Και το νησί όμως τού χαρίστηκε απλόχερα. Τον αγκάλιασε, τον γέμισε καινούργιους φίλους που τους αγαπά και τους νιώθει πλέον οικογένεια, έχτισε το σπίτι του ψηλά σε ένα λόφο και μια νέα ζωή με μια καθημερινότητα πιο ανθρώπινη που χωράει όλες του τις αγάπες, τη δουλειά, τον σκύλο, τις γυμναστικές και τα χόμπι του μαζί. Όση αγάπη δίνει, άλλη τόση αισθάνεται πως παίρνει και αυτό είναι η κινητήριος δύναμη ενός βαθιά συναισθηματικού ανθρώπου.

Σήμερα σαν διευθυντής της Μαραθιάς, παρέα με τον Μαρίνο Σουράνη, έχει βρεθεί πραγματικά στο στοιχείο του. Η Τήνος για εκείνον είναι ένας τόπος λατρείας που τον ζει «στα κόκκινα» όπως του αρέσει να λέει. Τον περπατάει απ’ άκρη σ’ άκρη, μαθαίνει τα μυστικά του, κολυμπά ολοχρονίς τις θάλασσές του, τον πατά και αισθάνεται τον οργανισμό του να γεμίζει ενέργεια από την επαφή τους. Γειώνεται και φορτίζεται συνάμα. Δεν τρέφει αυταπάτες ότι εδώ όλα είναι ρόδινα, υπάρχουν και οι μπλε μέρες. Και στη δουλειά και στη διάθεση και στις ανθρώπινες σχέσεις του, όμως στο νησί όλα περνάνε πιο εύκολα γιατί έχει βρει τον τρόπο να το κάνει. 

Η ομάδα της Μαραθιάς

Η ομάδα της Μαραθιάς: Ευρυπίδης Αποστολίδης, Πετρίνα Σουράνη, Μαρίνος Σουράνης

Στο τέλος της ημέρας τα «πετά» όλα στη θάλασσα. Μπορεί να έχει στεναχωρηθεί πολύ, να έχει κλάψει, να έχει γίνει χάλια. Όμως φτάνει μια βόλτα στο βουνό, ένα πέρασμα από το ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία πάνω από τα Δυο Χωριά για να ανάψει το κεράκι του και τσουπ, ένα ωραίο άδειασμα κι όλα γίνονται πάλι καλά. Μπαίνει παλιός και βγαίνει καινούριος. Άλλωστε έχει τόσα πολλά να κάνει. 

Γιατί ο Ευρυπίδης είναι ένας άκρως δημιουργικός άνθρωπος που λαχταρά να γεννά ιδέες και να τις υλοποιεί. Τα γαστρονομικά τετραήμερα που ξεκίνησαν να διοργανώνουν από φέτος στο νησί με τον Μαρίνο και την Πετρίνα Σουράνη είναι μια από τις τελευταίες αγαπημένες ασχολίες του. Γιατί σε αυτά μπορεί και συνδυάζει όλες τις μεγάλες αγάπες του μαζί. Τη φύση, τον πολιτισμό, τη γαστρονομία, το art de la table, τη φωτογραφία, την ομορφιά. Σε κάθε τραπέζι που στρώνει δεν αρκείται μόνο σε ένα όμορφο πιάτο με ένα καλό περιεχόμενο, αλλά στο πώς παρουσιάζεται το κάθε τι μέχρι την τελευταία του λεπτομέρεια. Στο ίδιο τραπέζι θέλει να κάθονται μαζί ο τόπος, η φύση, ο παραγωγός, ο μάγειρας, η γεύση, το χρώμα, η αρμονία. Σε κάθε φωτογραφικό κλικ προσπαθεί να κλέψει από το χρόνο την πιο όμορφη στιγμή και το συναίσθημα της για να τα απαθανατίσει. Από τεχνικής άποψης, ένας επαγγελματίας φωτογράφος θα μπορούσε να πει πως οι φωτογραφίες του Ευριπίδη δεν έχουν τον τέλειο φωτισμό. «Έχουν όμως καλό κάδρο», έτσι του έλεγε ο δάσκαλος της φωτογραφίας. Θα συμφωνήσω μαζί του.


Το νησί που έγινε το σπίτι του 

Η Αθήνα τον βλέπει ελάχιστα πια, μόνο όταν επιβάλλεται από την ίδια τη δουλειά του. Το σπίτι που έχτισε και εξακολουθεί να χτίζει κομματάκι - κομματάκι ψηλά στον Τριαντάρο, είναι ο δικός του παράδεισος και από εκεί πιάνει αγνάντι σε όλο το Αιγαίο. Το έφτιαξε όπως ήθελε εκείνος και πιστεύει πως δεν μπορεί να ζήσει άλλος άνθρωπος εκεί. «Είναι το σπίτι του Ευριπίδη», λέει και γελάει, δεν μπορεί να είναι το σπίτι του Κώστα ή του Γιάννη. Όμως τις μέρες που έχει καθαρό ουρανό και μπορεί να μετρά ένα - ένα τα νησιά, αισθάνεται ευλογημένος. Ποιος να του το ’λεγε... Όταν πρωτοπάτησε το πόδι του στην Τήνο ένιωσε τα κύτταρά του να γεμίζουν οξυγόνο. Στη συνέχεια ξεκίνησε να την επισκέπτεται όλες τις εποχές του χρόνου. Μετά από αρκετές επισκέψεις και αφού πέρασε το νησί και από το τεστ του χειμώνα ήξερε πως η Τήνος ήταν ο τόπος του. Στο τέλος ήρθε με μια βαλίτσα στο χέρι και εγκαταστάθηκε μόνιμα. Δεν χρειαζόταν περισσότερα. 

Ευριπίδης Αποστολίδης

Πήγε τη ζωή του εκεί που ήθελε και αυτό για μένα είναι μια από τις μεγαλύτερες νίκες του ανθρώπου. Μια ακόμη νίκη του είναι πως μέσα από τη δουλειά ανακάλυψε τον εαυτό του και το επάγγελμα που του ταιριάζει καλύτερα. Δεν σπούδασε την εστίαση ή το σέρβις, θέατρο έχει σπουδάσει. Όμως σαν ηθοποιός μπορούσε να παίξει πολλούς ρόλους. Ένας από τους ρόλους που κλήθηκε να παίξει ήταν αυτός του διευθυντή εστιατορίου. Και όπως αποδεικνύουν τα τελευταία 35 χρόνια είναι ρόλος ζωής.

Όσο περνούν τα χρόνια νιώθει νεώτερος και πιο δημιουργικός, δεν σταματά να ονειρεύεται και να κάνει σχέδια για το μέλλον. Το κυριότερο όμως είναι πως θέλει να απολαύσει πιο ουσιαστικά τη σχέση του με το νησί και να δώσει στον εαυτό του περισσότερο χρόνο για να το κάνει. Με άλλα λόγια, να δουλεύει λιγότερο και να απολαμβάνει περισσότερο, κάνοντάς του περισσότερα χατίρια. Η Μαραθιά ούτως ή άλλως έχει πάρει το δρόμο της, γιατί ο Μαρίνος έχει φτιάξει μια πολύ όμορφη και δεμένη ομάδα από ανθρώπους που ζουν μόνιμα στο νησί. Τον χειμώνα μαζεύουν μανιτάρια και χόρτα από το βουνό, την άνοιξη κάπαρη και κρίταμα απ’ τα βράχια. Όμως τον επόμενο χειμώνα ονειρεύεται να κάνουν παρέα περισσότερα δημιουργικά πράγματα και να απολαύσουν το νησί στο maximum, «στα κόκκινα» όπως συνηθίζει να λέει.