Η εκπομπή του ΣΚΑΪ «Όπου Υπάρχει Ελλάδα» επισκέφτηκε τη Σύρο και δεν γινόταν να μη γίνει αναφορά στο σήμα κατατεθέν του νησιού, το συριανό λουκούμι.
Η ρεπόρτερ της εκπομπής Γεωργία Μαυρουδή συνάντησε και μίλησε με πλανόδιους πωλητές του λουκουμιού και έμαθε για τις δυσκολίες του επαγγέλματος, ενώ επισκέφτηκε και το εργαστήριο παραγωγής του Κώστα Κόκαλη, ο οποίος παρουσίασε όλη τη διαδικασία παραγωγής αυτής της λαχταριστής μπουκίτσας που είναι συνδεδεμένη στο μυαλό πολλών από εμάς ως ο ιδανικός συνοδός για τον ελληνικό καφέ.
«Μόλις απολύθηκα από φαντάρος, ανέλαβα αυτή τη δουλειά του πλανόδιου πωλητή λουκουμιών και την κάνω 24 χρόνια τώρα. Είμαι ο πιο μικρός που έχει απομείνει. Είχαμε αρχίσει με 25 άτομα και πλέον είμαστε μόνο 4, αλλά προσπαθούμε κάθε μέρα για να μη χαθεί το επάγγελμα», δήλωσε ο Νίκος Δρυλάκης, πωλητής λουκουμιών, στην κάμερα της εκπομπής.
«Οι ξένοι δεν αγοράζουν λουκούμια γιατί μόλις δουν τη ζάχαρη τρομάζουν και δεν τα επιλέγουν, επειδή γενικότερα υπάρχει μια τάση αποφυγής των γλυκών. Από τους Έλληνες, οι μεγαλύτερες ηλικίες τα αγοράζουν και τα μοιράζουν στην οικογένεια ή το προσφέρουν ως κέρασμα», είπε ο Ιωσήφ Κόκαλης, ο δεύτερος από τους 4 πλανόδιους πωλητές που έχουν απομείνει στο νησί.
Ο Κώστας Κόκαλης, που διατηρεί το δικό του εργαστήριο παραγωγής, ασχολείται από τα 17 του με τα λουκούμια και πλέον είναι 52. Από τον Μάρτιο που ξεκινάει η σεζόν μέχρι και τέλη Οκτώβρη με αρχές Νοέμβρη κάθε μέρα, κάθε ώρα παρασκευάζει αυτό το γλύκισμα. «Περιμένω και τον γιο μου μόλις τελειώσει τον στρατό να έρθει να αναλάβουμε μαζί την επιχείρηση», παραδέχτηκε.
Όσο για τη διαδικασία για να φτιαχτεί το λουκούμι; Ο ίδιος την έδειξε βήμα - βήμα.«Έχουμε βάλει μπροστά το καζάνι, το οποίο δουλεύει με υγραέριο και ρίχνουμε το νερό και έπειτα ένα - ένα τα υλικά σιγά-σιγά, μέσα στο καζάνι για να γίνει το λουκούμι. Από τα υλικά πρώτα μπαίνει το άμυλο, μετά η ζάχαρη, το υπόλοιπο νερό και τέλος το τριγλυκικό οξύ, που αποτελεί τον σταθεροποιητή του λουκουμιού», εξήγησε.
Τέλος, επισήμανε ότι στην Ελλάδα τα παραδοσιακά προϊόντα βιομηχανοποιούνται, ενώ ο ίδιος θέλει να τα κρατά με παράδοση, με την κληρονομιά που πήρε από τον παππού του και από τους προηγούμενους λουκουμοποιούς. Για όσο μπορεί και του επιτρέπεται, όπως δήλωσε, θα γίνονται όλα με τα χέρια του και με πολύ μεράκι.